Γιορτάστηκε σήμερα 27 Μαρτίου με πολύ μεγάλη επισημότητα σε όλη την Ελλάδα, αλλά ιδιαιτέρως στο νομό μας, η Παγκόσμια Ημέρα Θεάτρου. Γιατί πού αλλού θα μπορούσε να γιορταστεί καλύτερα αυτή η ημέρα παρά στον τόπο που διαθέτει το πιο γνωστό θέατρο της αρχαίας Ελλάδας, το θέατρο της Επιδαύρου, αλλά και ένα από τα σπουδαιότερα αρχαία θέατρα, το θέατρο του Άργους, σκαλισμένο πάνω σε βράχο, ανεξίτηλο να παραμένει και να περιμένει χιλιάδες χρόνια εκεί, στην έξοδο ή στην είσοδο της πόλης, εξαρτάται από πού έρχεσαι, και να μας δείχνει όχι την κληρονομιά μας αλλά τις υποχρεώσεις μας. Σ’ αυτές τις υποχρεώσεις δεν εκωφεύσαμεν κι εμείς και σταθήκαμε για άλλη μια φορά ενεργοί πολιτισμένοι πολίτες ενός πολιτισμένου τόπου που εκπολίτισε την Ευρώπη και τον κόσμο μας.
Ειδικά, λοιπόν, για το σκοπό αυτό του εορτασμού από το πρωί του Σαββάτου σταλμένοι από το Υπουργείο πολιτισμού ειδικοί Ράμπο, υπάλληλοι δηλαδή του υπουργείου με ειδίκευση στο Θέατρο και μεταπτυχιακά στην ενδυματολογία, τη σκηνογραφία και την υποκριτική, περιφέρονταν σε όλα τα στέκια και εκφωνούσαν πανηγυρικούς σχετικούς με την ημέρα. Έτσι πέρασαν το πρωί από όλα τα σχολεία -τα οποία σήμερα παρότι Σάββατο λειτούργησαν με εθελοντικές παρουσίες εκπαιδευτικών και αθρόα συμμετοχή μαθητών- πέρασαν λοιπόν και με τις ομιλίες τους ευαισθητοποίησαν την αγουροξυπνημένη νεολαία μας. Θέματα όπως η ροή των κρατικών υποχρεώσεων στα επιχορηγούμενα θέατρα κι ακόμα η λειτουργία Θεατρικού Μουσείου στην περιοχή μας ώθησαν το μαθητόσκοσμο σε βαθύ προβληματισμό. Αργότερα πέρασαν από τις μεσημεριανές καφετέριες, όπου τους υποδέχτηκαν μαχμουρλήδες ακόμη οι νέοι μας άνεργοι που εκείνη τη στιγμή έπιναν τον φραπέ τους. Τους ευαισθητοποίησαν κι αυτούς με συζητήσεις σχετικές με την ακτινοβολία του θεάτρου στο σύγχρονο κόσμο μας, τους προβλημάτισαν μάλιστα σοβαρά, όταν τους έθεσαν μπροστά στο δίλημμα: μπρεχτική αποστασιοποιημένη παράσταση ή κλασική αριστοτελική μέθεξη; Μετά από ώριμες συζητήσεις έπιασαν τις παραλίες και τα ουζερί όπου συνάντησαν πολλούς ευαισθητοποιημένους πολίτες και συζήτησαν μαζί τους για την αναγκαιότητα του θεάτρου, για το θέατρο της Επιδαύρου και τις -τα τελευταία χρόνια- μειωμένες παραστάσεις του, τις υπερυψωμένες τιμές του και άλλα καυτά θέματα. Για το βράδυ είχαν προγραμματίσει εξόρμηση σε καφετέριες, ταβέρνες και μπαρ, όπου συνάντησαν τους απόμαχους της ζωής αλλά και τη νεολαία μας για μια περαιτέρω συζήτηση πάνω στα ενδιαφέροντα θέματα.
Από την άλλη μεριά, τόσο οι τοπικοί παράγοντες όσο και η Ανωτάτη Σχολή Θεάτρου που κοσμεί την περιοχή μας είχαν αποφασίσει να εορτάσουν την ημέρα αυτή. Έτσι τα δημοτικά συμβούλια των μεγάλων πόλεων φορώντας κοστούμια από σημαντικές παραστάσεις του παρελθόντος των τοπικών μας δημοτικών θεάτρων και έχοντας προετοιμάσει αποσπάσματα από αρχαίες τραγωδίες και κωμωδίες σε σκηνοθεσία των δημάρχων μας περιέρχονταν όλη την ημέρα τις αγορές και τις πλατείες των πόλεων και των χωριών του νομού μας. Εντύπωση έκανε σε όλους το πηγαίο ταλέντο και η υποκριτική τέχνη όλων αλλά και οι σκηνοθετικές απόψεις που πρότειναν οι δήμαρχοί μας μαζί με τα θεατρικά τους οράματα. Το πρωί έδιναν παραστάσεις στα πιο απομακρυσμένα μέρη του νομού μας και το βράδυ κατέληξαν με το πρόγραμμά τους στις κεντρικές πλατείες των μεγάλων πόλεων. Ευνόητο είναι ότι κατασυγκινημένοι οι πολίτες τους καταχειροκρότησαν, τους έραναν με λουλούδια και τους ξανάφεραν πολλές φορές πάνω στις αυτοσχέδιες σκηνές. Οι δήμαρχοι και τα δημοτικά συμβούλια θεώρησαν το συνεχές μπιζάρισμα ευοίωνο σημάδι για τις επερχόμενες εκλογές και άρχισαν να σκέφτονται σοβαρά μήπως θα πρέπει να κατεβούν με τα θεατρικά κουστούμια εκείνη την ευλογημένη ημέρα των εκλογών. Αν τελικά καταλήξουν σε κάτι τέτοιο, να περιμένουμε να δούμε Οιδίποδες και Κρέοντες, Προμηθείς και Ηλέκτρες, Φιλοκτήτες και Αίαντες να ζητούν την ψήφο μας. Και ποιος θα μπορούσε τότε να τους την αρνηθεί;
Saturday, March 27, 2010
Monday, March 08, 2010
Μητρώον Αρρένων
Προσπαθώ να σκεφτώ κάποιο χώρο άβατο για τον άνδρα ...και δε βρίσκω! Αντιθέτως, άβατοι χώροι για τη γυναίκα έρχονται αμέσως στο νου μου δυο. Ίσως να υπάρχουν και άλλοι σε άλλα μέρη, σε άλλες θρησκείες, πιο πρωτόγονες ή πιο εξελιγμένες Αναρωτιέμαι, ακόμη, αν χρειάστηκε ποτέ οι άνδρες να κρυφτούν σε ανδρωνίτες ή αν έπρεπε να σκεπάζουν το πρόσωπό τους με μαντήλι, φερετζέ ή τουλπάνι, επειδή έτσι επέβαλε κάποιος νόμος ή αναχρονιστικές ηθικές κοινωνικές επιταγές...
Στην αρχαία Ελλάδα, ο Αριστοτέλης περισσότερο από όλους μάς δίνει την πιο ξεκάθαρη άποψη για τη γυναίκα του καιρού του: Ο μεν γαρ δούλος όλως ουκ έχει το βουλητικόν το δε θήλυ έχει μεν αλλ’ άκυρον, η γυναίκα, δηλαδή, βρίσκεται ένα σκαλοπατάκι πιο πάνω από το δούλο και ασφαλώς πολλά σκαλοπάτια πιο κάτω από τον άνδρα. Και ήρθε ο Ναζωραίος και μίλησε με τη γυναίκα και εθαύμασαν ότι μετά γυναικός ελάλει, χάρηκαν και οι γυναίκες κι ενθουσιάστηκαν, πίστεψαν σ’ αυτόν και τον ακολούθησαν μέχρι τον τάφο.
Και ο ίδιος ο Απόστολος ξεκίνησε καλά: Ουκ ένι άρσεν και θήλυ” είπε, αλλά γρήγορα άλλαξε γνώμη και ισχυρίστηκε η δε γυνή ίνα φοβήται τον άνδρα, εφόσον ανήρ εστίν η κεφαλή της γυναικός, και έτσι αι γυναίκες τοις ιδίοις ανδράσιν υποτάσσεσθε ως τω Κυρίω, επιπλέον αισχρόν γαρ εστί γυναιξί εν εκκλησία λαλείν, οπωσδήποτε όμως ουκ έστιν ανήρ εκ γυναικός, αλλά γυνή εξ ανδρός και γαρ ουκ εκτίσθη ανήρ δια την γυναίκα, αλλά γυνή δια τον άνδρα. Πόσο ακριβά πλήρωσαν οι γυναίκες αυτό το αρχικό αποστολικό ουκ ένι...!
Μήπως, όμως, έφτιαξαν τα πράγματα αργότερα; Ο Ιερός Αυγουστίνος ζητάει από τον άνδρα ως πρώτη πράξη του γάμου (!) να ραπίσει τη γυναίκα. Αυτόν φαίνεται ακολούθησαν, αν και πιο εξευγενισμένοι,οι “Νόμοι και τα Έθιμα του Μπωβαί” το 13ο αιώνα, που συνιστούσαν στο σύζυγο να χτυπά τη σύζυγο μόνον όταν υπάρχει κάποια λογική αιτία! Αλλά και ο ΄Αγιος Θωμάς Ακινάτης δεν ήταν περισσότερο “φιλόζωος”. «Τα παιδιά», γράφει, «πρέπει να αγαπούν πιο πολύ τον πατέρα από τη μητέρα τους» (συμβουλή που, φυσικά, δεν ακολούθησαν τα πιστά παιδιά όλου του κόσμου χωρίς να υποστούν καμία συνέπεια, τουλάχιστον μέχρι τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές) και αλλού σημειώνει: «Η γυναίκα υποτάσσεται στον άνδρα λόγω της αδύνατης φύσης της, διότι είναι ασθενέστερη και ως προς το πνεύμα και ως προς το σώμα ...ο άνδρας είναι η αρχή και το τέλος της». Αλλά και πιο πριν, στα τέλη του ΣΤ αι. σε μια Σύνοδο αναρωτήθηκαν οι Πατέρες αν η γυναίκα είναι ανθρώπινο ον! Ευτυχώς (για τους Πατέρες) αποφασίστηκε μετά από πολλές συζητήσεις και αντεγκλήσεις ότι η γυναίκα μπορεί να ονομάζεται...άνθρωπος!
Όλα αυτά δεν είναι τίποτ’ άλλο παρά απλή σταχυολόγηση και δε διεκδικούν δάφνες για την πρωτοτυπία τους. Όποιος θέλει, άλλωστε, να μάθει περισσότερα και να βεβαιωθεί μπορεί να ανοίξει την Αγία Γραφή, τα έργα των αρχαίων συγγραφέων, τα μεσαιωνικά και τα βυζαντινά κείμενα, ό,τι τέλος πάντων έχει γραφεί στο παρελθόν. Εκεί θα βρει τη γνώμη που είχαν οι συγγραφείς, άρα και η κοινωνία τους, για αυτό το περίεργο ον, που συνήθως ονομάζεται -στο γραπτό λόγο κυρίως- γυναίκα!
Τι γίνεται, όμως, στην εποχή μας και στον τόπο μας; Τώρα που, και οποιοσδήποτε μπορεί να το βεβαιώσει αυτό, δεν ενδιαφερόμαστε για τις παλιές γραφές, τώρα που έχουμε την κατάσταση στα χέρια μας, τώρα που μιλάμε αμερικάνικα, μασάμε τσίκλα, είμαστε ελεύθεροι και απελευθερωμένοι. Ποια είναι τα σημερινά αποδεικτικά στοιχεία που θα μπορούσαν να πείσουν ότι η θέση τής γυναίκας βελτιώθηκε; Οι γνώμες των μεγάλων συγγραφέων; Ποιος τους ακούει! Η τέχνη; Ποιος την υπολογίζει! Οι νόμοι; Ποιος τους τηρεί! (Οι νόμοι άλλωστε ακολουθούν τις κοινωνικές διαδικασίες και αλλαγές, δεν προπορεύονται!) Τότε; Μα τι άλλο από τα τραγούδια μας και τα βίντεο-κλιπς μας! Αυτά είναι, δυστυχώς, το σήμερα. Αυτά μορφώνουν, διαμορφώνουν, ενσταλάζουν και ορίζουν, περιορίζουν και καταδικάζουν, προτείνουν και σφραγίζουν. «Ανατολίτισσα»,λοιπόν, «για χάρη σου θα γίνω / να με φιλάς εσύ κι εγώ να σβήνω» ή «Να πεθάνουν οι γυναίκες να πεθάνουνε» και «Πάρε, πασά μου, την οδοντόβουρτσά μου» αλλά και πολύ πιο άγρια «Σκάσε...», αφού «Η αγάπη θέλει προϋπηρεσία», τραγουδούσαν τα παιδιά μας. Και με τέτοιου είδους τραγούδια (!) τα παιδάκια όλων των ηλικιών -ιδίως τα...μωρά- παθιάζονται, χορεύουν και φχαριστιώνται στην πίστα. Και βλέπουν και στο διαδίκτυο τη γυναίκα (;) και τη θέση της, και στα περίπτερα και παντού. Κι έρχεται και το κανάλι και διαφημίζει την τελευταία δημιουργία της Τζούλιας, της γυναίκας-όνειρο πολλών, που αφοού δεν μπορούν να το ευχαριστηθούν οι ίδιοι, το αγοράζοουν 19,90 από το περίπτερο και το παρακολουθούν κατά μόνας. Το dvd της γυναίκας, που σήμερα -8 Μαρτίου- γιορτάζει. Και δεν ξεσηκώθηκε κανένας σύλλογος γυναικών, δεν ακούστηκε διαμαρτυρία από πουθενά και, το χειρότερο, οι γονείς αγοράζουν δίσκους και κασέτες, ακούν και χτυπούν παλαμάκια καθώς ο επίδοξος ανατολίτης γιος ή η καημένη ανατολίτισσα κόρη κάνουν τα πρώτα τους βήματα χορεύοντας στους ανατολίτικους ή ροκίζοντες ρυθμούς. Διακόσιοι χιλιάδες αγόρασαν και το dvd της Τζούλιας.
Και αυτές οι αντιλήψεις, που μεγάλωσαν τις γιαγιάδες και τις μανάδες μας, αυτές που μεγαλώσανε και μας, συνεχίζουν το διαβρωτικό τους έργο. Μόνο που σήμερα τα πράγματα γίναν πιο δύσκολα και επικίνδυνα. Το προϊόν, βλέπετε, προσφέρεται με όμορφο περιτύλιγμα, είναι γεμάτο αρώματα, είναι πολύχρωμο και στερεοφωνικό, το ακούμε και το βλέπουμε συγχρόνως στις οθόνες, έτσι για να μην υπάρχει η παραμικρή έξοδος κινδύνου. Κι ας τραγουδούσε ο John Lennon είκοσι χρόνια πριν για τη γυναίκα, δίνοντας με ένα σκληρό τραγούδι το στίγμα της στην εποχή μας και συνδέοντάς την με έναν άλλο καταπιεσμένο των καιρών μας: «Η Γυναίκα είναι ο νέγρος του κόσμου / Αν δε με πιστεύεις, ρίξε μια ματιά στη γυναίκα που ζει πλάι σου / Η γυναίκα είναι ο σκλάβος των σκλάβων / σκέψου το, κάνε κάτι γι’ αυτό...».
Αυτό το εύθραυστο θηλυκό που αντικρίζουμε σήμερα, η λεπτή και ραφιναρισμένη ύπαρξη που προκαλεί και προσελκύει, αυτό το είδος πολυτελείας και τέρψης δεν ήταν πάντοτε έτσι. Ήταν, στην αρχή, ίση με τον άνδρα στη δύναμη, στην ευφυΐα και στο θάρρος. Από το αν θέλουμε να δούμε τη γυναίκα ίση και αυτεξούσια εξαρτώνται όλα. Και βέβαια, δεν μπορεί να κάνει κανείς πάντα αυτό που δε θέλει!
Saturday, March 06, 2010
Κάθαρση
Για μια λέξη θα σας μιλήσω σήμερα. Μια λέξη που τη μαθαίναμε στο σχολείο, λέξη της παλιάς μας γλώσσας, της αρχαίας ελληνικής, που όμως, όπως και πολλές, πάρα πολλές άλλες, τη χρησιμοποιούμε και σήμερα. Τη λέξη τη μαθαίναμε στην αρχαία τραγωδία, στην εισαγωγή της τραγωδίας. Πρόκειται για την τελευταία λέξη του πασίγνωστου αριστοτελικού ορισμού της τραγωδίας. Κάθαρση. Την των τοιούτων παθημάτων κάθαρσιν, παπαγαλίζαμε τότε. Και προσπαθούσαν οι δάσκαλοί μας να μας εξηγήσουν: όταν λέμε κάθαρση, στην τραγωδία πάντοτε, τόνιζαν οι καημένοι φοβισμένοι, εννοούμε τη λύτρωση από τη συναισθηματική ένταση που προκαλεί η τραγωδία, ο εξαγνισμός των συναισθημάτων που προκαλεί, μέσα από την τελική του έκβαση το τραγικό έργο. Δυστυχώς τότε δεν μπορέσαμε να καταλάβουμε στο βάθος της την έννοια αυτής της λέξης μια και ποτέ δεν τελειώναμε ένα έργο, πάντοτε το αφήναμε ημιτελές, χωρίς να περάσουμε από όλες τις καταστάσεις του τραγικού ήρωα, ώστε να μας μείνει στο τέλος το ζητούμενο της λέξης: η κάθαρση, ο εξαγνισμός που προκαλείται κλπ. κλπ. Λίγο αργότερα την ξαναβρήκαμε αυτή τη λέξη, το 1974, όταν μετά την αντιπολίτευση προχωρούσαμε, εμείς οι φοιτητές σε κάθαρση των πανεπιστημίων από τους λειτουργούς τους που είχαν συνεργαστεί με τη χούντα. Αποχουντοποίηση, το λέγαμε, και κάθαρση, το ίδιο πράγμα. Φύγαν αρκετοί τότε, αργότερα φύγαμε εμείς κι αυτοί επανήλθαν. Πάλι μισή είχε μείνει η κάθαρση, πάλι δεν την καταλάβαμε. Αφού τον είχαμε καθαρίσει τον πανεπιστημιακό χώρο, πώς αυτοί επανήλθαν; Άσε που μερικοί είχαν και φιλοσοφικά και οντολογικά ερωτήματα: Μήπως ήταν κάθαρση τελικά για το χώρο το γεγονός ότι φύγαμε εμείς; Μήπως εμείς ήμασταν το μίασμα, εμείς βρομίζαμε το πανεπιστήμιο, μήπως τώρα που αποφοιτήσαμε εμείς, αυτή η γενιά τέλος πάντων, η δική μας, μήπως τώρα μπορούν να περηφανεύονται τα ιδρύματα για την καθαριότητά τους; Κάτι τέτοια ερωτήματα που οδηγούσαν σε μια ομφαλοσκόπηση και σε μια μοιρολατρία. Πάλι όμως το νόημα της λέξης δεν το πιάσαμε, ή δεν το έπιασα, για να μιλήσω για τον εαυτό μου.
Περνώντας τα χρόνια μου δόθηκε η ευκαιρία να ακούσω πολλές φορές τη λέξη και μάλιστα από στόματα επισήμων. Κάθαρση από δω, κάθαρση από κει, τα είχα χαμένα. Καλά, τόσο βρόμικη είναι η χώρα μου, αναρωτιόμουν, που χρειάζεται κάθαρση σε τέτοιο βαθμό; Τόσο συχνά; Σε τόσο βάθος; Κάθαρση στην κρατική μηχανή από μη υγιή στοιχεία που κατά κάποιον τρόπο είχαν παρεισφρήσει, κάθαρση από ανέντιμους λειτουργούς που πάνω από το δημόσιο συμφέρον τοποθετούσαν το ιδιωτικό, το δικό τους, το προσωπικό, που χρησιμοποιούσαν τη θέση τους για να πλουτίσουν, που εκμεταλλεύονταν τον κοσμάκη, του έπαιρναν τα χρήματα ή την ψήφο και τον εγκατέλειπαν στη μοίρα του. Κάθαρση στους γιατρούς που χρηματίζονταν, κάθαρση στο στράτευμα από χουντικά στοιχεία, κάθαρση, κάθαρση, κάθαρση. Και τώρα πάλι, αυτή την εξαιρετικά δύσκολη ώρα, η λέξη ξανάρχεται στο νου, τώρα που δεν πάει παρακάτω το πράγμα, που βλέπω γύρω μου πλούσιους πολίτες και κράτος χρεωκοπημένο, τώρα η λέξη κουδουνίζει μέσα μου, αλλά κανείς πια δεν τη θυμάται. Ίσως και να την θυμούνται, αλλά προς τι να την πιπιλίσουν πάλι; Κανείς δε θα τους πιστέψει. Κάθαρση; Από τι και από ποιους;
Συχνά σκέφτομαι πως θα έπρεπε να ήμασταν κανονικά ένα τεράστιο, αυτόματο καθαριστήριο, για να προλάβουμε τόσες καθάρσεις. Ή να ήμασταν, λέει, οι περισσότεροι καθαρίστριες και καθαριστές, συνεργεία με σκούπες και σφουγγαρίστρες, και άλλα συνεργεία μετά με μπατανόβουρτσες για να περνάμε από πάνω ασβέστη, να μην ξαναπιάσει η λέρα.
Δεν ήμασταν όμως και τα μιάσματα παρέμειναν. Κι όχι μόνο έμειναν, αλλά συνεχώς ξεφύτρωναν κι άλλα. Εδώ χρειάζεται επαγγελματίας, κάτοχος των παλιών μεθόδων του εξαγνισμού, με θειάφι και φωτιά και μετά με μπόλικο νερό θαλασσινό, να περάσουμε από σαράντα κύματα τα εξαγνισμένα μέρη του δημόσιου βίου για να καθαριστούν μια και καλή. Και επειδή ο Επιμενίδης από την Κρήτη δε ζει πια για να πάρει την κατάσταση στα χέρια του και με τους παλιούς, καλούς τρόπους, να εξαγνίσει τα πάντα, περιμένουμε από τους δημόσιους λειτουργούς που απέμειναν έντιμοι και που τηρούν τον όρκο τους να πάρουν αυτοί στα χέρια τους τις σκούπες και τις μπατανόβουρτσες ή τα μαχαίρια και να καθαρίσουν την κατάσταση που όζει, που ζέχνει δηλαδή.
Όχι για κανένα άλλο λόγο, αλλά γιατί, εκείνα τα παιδιά που παπαγάλιζαν στα σχολειά τους σε πιο δύσκολες εποχές κι έχοντας μπροστά τους δασκάλους φοβισμένους κι επιτρόπους που τους κοιτούσαν σκοτεινά, οφείλουμε να τα κάνουμε κάποτε να καταλάβουν κάποτε τη σημασία της λέξης κάθαρση.
Περνώντας τα χρόνια μου δόθηκε η ευκαιρία να ακούσω πολλές φορές τη λέξη και μάλιστα από στόματα επισήμων. Κάθαρση από δω, κάθαρση από κει, τα είχα χαμένα. Καλά, τόσο βρόμικη είναι η χώρα μου, αναρωτιόμουν, που χρειάζεται κάθαρση σε τέτοιο βαθμό; Τόσο συχνά; Σε τόσο βάθος; Κάθαρση στην κρατική μηχανή από μη υγιή στοιχεία που κατά κάποιον τρόπο είχαν παρεισφρήσει, κάθαρση από ανέντιμους λειτουργούς που πάνω από το δημόσιο συμφέρον τοποθετούσαν το ιδιωτικό, το δικό τους, το προσωπικό, που χρησιμοποιούσαν τη θέση τους για να πλουτίσουν, που εκμεταλλεύονταν τον κοσμάκη, του έπαιρναν τα χρήματα ή την ψήφο και τον εγκατέλειπαν στη μοίρα του. Κάθαρση στους γιατρούς που χρηματίζονταν, κάθαρση στο στράτευμα από χουντικά στοιχεία, κάθαρση, κάθαρση, κάθαρση. Και τώρα πάλι, αυτή την εξαιρετικά δύσκολη ώρα, η λέξη ξανάρχεται στο νου, τώρα που δεν πάει παρακάτω το πράγμα, που βλέπω γύρω μου πλούσιους πολίτες και κράτος χρεωκοπημένο, τώρα η λέξη κουδουνίζει μέσα μου, αλλά κανείς πια δεν τη θυμάται. Ίσως και να την θυμούνται, αλλά προς τι να την πιπιλίσουν πάλι; Κανείς δε θα τους πιστέψει. Κάθαρση; Από τι και από ποιους;
Συχνά σκέφτομαι πως θα έπρεπε να ήμασταν κανονικά ένα τεράστιο, αυτόματο καθαριστήριο, για να προλάβουμε τόσες καθάρσεις. Ή να ήμασταν, λέει, οι περισσότεροι καθαρίστριες και καθαριστές, συνεργεία με σκούπες και σφουγγαρίστρες, και άλλα συνεργεία μετά με μπατανόβουρτσες για να περνάμε από πάνω ασβέστη, να μην ξαναπιάσει η λέρα.
Δεν ήμασταν όμως και τα μιάσματα παρέμειναν. Κι όχι μόνο έμειναν, αλλά συνεχώς ξεφύτρωναν κι άλλα. Εδώ χρειάζεται επαγγελματίας, κάτοχος των παλιών μεθόδων του εξαγνισμού, με θειάφι και φωτιά και μετά με μπόλικο νερό θαλασσινό, να περάσουμε από σαράντα κύματα τα εξαγνισμένα μέρη του δημόσιου βίου για να καθαριστούν μια και καλή. Και επειδή ο Επιμενίδης από την Κρήτη δε ζει πια για να πάρει την κατάσταση στα χέρια του και με τους παλιούς, καλούς τρόπους, να εξαγνίσει τα πάντα, περιμένουμε από τους δημόσιους λειτουργούς που απέμειναν έντιμοι και που τηρούν τον όρκο τους να πάρουν αυτοί στα χέρια τους τις σκούπες και τις μπατανόβουρτσες ή τα μαχαίρια και να καθαρίσουν την κατάσταση που όζει, που ζέχνει δηλαδή.
Όχι για κανένα άλλο λόγο, αλλά γιατί, εκείνα τα παιδιά που παπαγάλιζαν στα σχολειά τους σε πιο δύσκολες εποχές κι έχοντας μπροστά τους δασκάλους φοβισμένους κι επιτρόπους που τους κοιτούσαν σκοτεινά, οφείλουμε να τα κάνουμε κάποτε να καταλάβουν κάποτε τη σημασία της λέξης κάθαρση.
Subscribe to:
Posts (Atom)