Monday, May 11, 2009

Για τη Σ.Σ.

"Το πήρα". Μ' αυτές τις δυο λέξεις μού ανακοίνωσε τη βράβευσή της.
Και μπορώ να πω πως δε χάρηκα απλώς. Πανηγύρισα. Περισσότερο από κείνην, είμαι σίγουρος.
Και το καταλαβαίνω. Όταν είσαι σεμνός -με ό,τι αυτή η ρημάδα η ξεχασμένη λέξη σημαίνει- δεν πανηγυρίζεις με τη δική σου επιτυχία. Φοβάσαι μήπως ξεπεράσεις τα μέτρα, νιώθεις μια διαφορετική γλύκα και μια πληρότητα άλλης υφής για να πανηγυρίσεις.
Εγώ όμως ελεύθερα το πανηγύρισα. Έβαλα κι ένα ποτό και κέρασα τον εαυτό μου.
Γιατί; Επειδή μήπως είναι φίλη μου; Επειδή πίστευα στο κείμενό της; Επειδή θεωρώ ότι τα γραφατά της αξίζουν γενικώς;
Για όλα αυτά, ασφαλώς.
Αλλά -κυρίως- επειδή μ' αρέσουν οι δρόμοι. Της στεριάς, της θάλασσας, των κειμένων. Οι υπόγειοι και οι κρυφοί. Όχι οι άλλοι, οι ολοφάνεροι κι οι φωτισμένοι με τις αμέτρητες πολύχρωμες διαφημίσεις, με τα στολισμένα μαγαζιά που σε προσκαλούν να περάσεις το κατώφλι τους, να μπεις μέσα μπας και βρεις στα ράφια τους κάποια απαστράπτουσα κούκλα ζαχαρίνη να σε βοηθήσει να ξεπεράσεις κι αυτή τη δύσκολη νύχτα.
Οι πονεμένοι δρόμοι της στεριάς μ' αρέσουν, οι κακοτράχαλοι, που ματώνουν τα πόδια σου. Και οι άλλοι, κάτω από την επιφάνεια, όπου πρέπει να κρατάς την ανάσα σου κι όσο αντέξεις. Αυτοί κι όχι οι γνωστοί, που, αν τους βαδίσεις, το πολύ-πολύ να σε πιάσει η μεσούλα σου από τις πολλές υποκλίσεις, τα γονατάκια σου από τα συνεχή γονατίσματα κι η γλώσσα σου από τα αλλεπάλληλα γλυψίματα.
Ναι, μ' αρέσουν οι δρόμοι που θα σε βρομίσουν από την ανθρώπινη πίκρα, που οι λέξεις τους θα σκίσουν το καινούργιο σου φορεματάκι, που οι "κρίσεις" των σαρκοβόρων θα τρυπήσουν τις παλάμες σου. 
Μόνο τότε, μ' αυτά τα χέρια θα μπορέσεις ν' ανοίξεις τα τετράδια σου για να αφήσεις ίχνη.
Κι αυτούς τους δρόμους ή τους παίρνεις από την αρχή και τους περπατάς παραδέρνοντας και χτυπώντας δεξιά κι αριστερά στα ρείθρα, στις μπάρες , στις μάντρες και σε όποια εμπόδια η υποκρισία, ο ψευτοεγωισμός κι η αμετροέπεια των γύρω σου στήνουν εμπρός σου, ή δεν τους παίρνεις ποτέ και βαδίζεις μη γνωρίζοντας -ο καημένος- ότι παραμένεις αναπότρεπτα στάσιμος. Εκεί, στη συμβολή των χειμάρρων χωρίς να βρέχεις τα πόδια σου.
Γι' αυτό πανηγύρισα, Σταυρούλα.
Για τη διαδρομή -αυθόρμητη ή προκαθορισμένη, το ίδιο κάνει- που μόλις ξεκίνησες.

Tuesday, May 05, 2009

Δεν

Στο χωριό υπάρχουν δύο εκκλησίες. Τώρα άρχισαν να χτίζουν και μια τρίτη, καινούργια εκκλησία. Μεγάλη. Ρίξανε τα μπετά. Το οικοδόμημα προβλέπεται να γίνει τεράστιο και λαμπρό.

Στο χωριό πάρχει και σχολείο. Δημοτικό. Τετραθέσιο. Το σχολείο μετά από πολλές ενέργειες ετών κατάφερε να πάρει και μια λυόμενη αίθουσα, για να τρώνε εκεί τα παιδιά και όχι να γεμίζουν ψίχουλα τα θρανία τους. Το σχολείο, βλέπετε, είναι ολοήμερο και τα παιδιά γευματίζουν εκεί.

Η εκκλησία διενεργεί εράνους. Πρώτα έκανε έρανο για τις αγιογραφίες στην κεντρική εκκλησία, τώρα για το χτίσιμο της καινούργιας. Κάνει εράνους και για το ραδιοφωνικό της σταθμό στην πρωτεύουσα. Η αγιογράφηση της παλιάς εκκλησίας κρατάει χρόνια και θα κρατήσει πολλά ακόμα. Πρέπει, λένε, να αγιογραφηθεί όλη, να μη μείνει εκατοστό χωρίς χρώμα. Αλλά, να μη γελιόμαστε: και η παλιά εκκλησία, καινούργια είναι.

Δεν μπορώ να φανταστώ πόσα χρήματα θα έχουν φύγει μέχρι τώρα ούτε πόσα θα φύγουν ακόμα για την καινούργια.

Το δημοτικό, ολοήμερο, μόλις και κατάφερε να πάρει ένα λυόμενο για τραπεζαρία. Το είπαμε. Προσπαθεί να αγοράσει και λίγα μέτρα από διπλανό οικόπεδο. Ο ιδιοκτήτης το πουλάει, αλλά λεφτά δεν υπάρχουν ούτε στον ευρύτερο δήμο ούτε αλλού. Έτσι, λίγο να μεγάλωνε και το προαύλιο. Αλλά δεν...

Σκέφτομαι τον Κοραή. Τον Διαμαντή. Και τον Παπατρέχα του. Αλλά δεν.