Friday, February 12, 2010

To sir with love

Καθηγητής Νομικής εξετάζει προφορικά. Ο καθηγητής ρωτά κάτι για το άρθρο 528. έναν από τους φοιτητές. Ο φοιτητής τα χάνει, δε φαίνεται να γνωρίζει πολλά για το άρθρο, οπότε ο καθηγητής: «Δεν το έχει πάρει το μάτι σας πουθενά αυτό το άρθρο; Το μάτι σας… το αυτί σας… με τι τέλος πάντων διαβάζετε εσείς…».
Έτσι ακριβώς το είπε. Το θεώρησε έξυπνο άραγε; Χιούμορ; Δεν ξέρω. Εγώ ξέρω ότι οι πάντες, από την πρωτοβάθμια εκπαίδευση μέχρι την ανώτατη ομιλούν για ήθος, για ευγένεια, για παιδαγωγική, για ψυχολογία… Απαγορεύεται ασφαλώς η χειροδικία, η γλωσσική βαρβαρότητα, η προσβολή, η λεκτική κακοποίηση, οι διακρίσεις και ο ρατσισμός. Πώς να το κάνουμε, απαγορεύονται. Άλλωστε ο δάσκαλος με τον τρόπο και τη συμπεριφορά του αποτελεί το παράδειγμα, το φως που θα προσελκύσει, ο φάρος που θα ανοίξει και θα δείξει τους δρόμους. Κι ο καθηγητής μας με μια πρότασή του τα κατάργησε όλα. Σκεφτείτε το καλά:
«Δεν το έχει πάρει το μάτι σας πουθενά αυτό το άρθρο; Το μάτι σας… το αυτί σας… με τι τέλος πάντων διαβάζετε εσείς…».
Έχει τώρα καμιά σημασία αν ο φοιτητής στον οποίο απευθύνθηκε ο κύριος καθηγητής ήταν τυφλός; Έχει;
Αυτά.

Thursday, February 04, 2010

Τσικνοπέφτη

Πού θα τσικνίσετε εσείς απόψε; Θα το ακούσω καμιά εκατοστή φορές σήμερα και πρέπει να έχω απάντηση έτοιμη. Πλησιάζει η Απόκρεως, γαρ, δηλαδή η περίοδος της αποχής από το κρέας, το λατινικό Carneval ή carnevale που θα πει ακριβώς το ίδιο πράγμα (carne δηλ. κρέας, vale δηλαδή χαίρε, ας πούμε έχε γεια καημένο κρέας), διανύουμε τη δεύτερη βδομάδα, την κατεξοχήν κρεατινή, της οποίας κεντρική ημέρα είναι η Πέμπτη, η γνωστή τσικνοπέφτη, η σημερινή ημέρα, κατά την οποία πρέπει, είμαστε υποχρεωμένοι, πώς να το κάνουμε, να φάμε κρέας. Είμαστε που είμαστε παμφάγα ζώα, αυτή την εβδομάδα και ειδικά αυτή την ημέρα γινόμαστε αποκλειστικά ζώα σαρκοφάγα.
Η ονομασία της ημέρας Τσικνοπέμπτη δεν είναι απολύτως βέβαιο από πού προήλθε. Άλλοι ισχυρίζονται ότι προήλθε από τις γυναίκες που αυτή την ημέρα έλιωναν τ’ αλείμματα κι ολόκληρος ο τόπος γέμιζε από την αναδιδόμενη κνίσα, άλλοι αποδίδουν τη λέξη στο γεγονός ότι τότε άφηναν να κολλήσει στη χύτρα το περίσσευμα του φαγητού κι άλλοι, γιατί έπρεπε καθένας να ψήσει λίγο κρέας στα κάρβουνα για να το τσικνήσει. Γεγονός είναι ότι εμείς σήμερα, εμείς που φάγαμε την περασμένη Κυριακή κρέας με πατάτες στο φούρνο, τη Δευτέρα το μεσημέρι κοτόπουλο και το βράδυ πίτες με σουβλάκι ή γύρο, την Τρίτη το μεσημέρι μπριζόλες χοιρινές και το βράδυ κλάμπ σάντουιτς, την Τετάρτη το μεσημέρι το κουνέλι που είχε φέρει η μάνα μου και το φτιάξαμε στιφάδο, ενώ το βράδυ μπουζουριάσαμε μια μέγκα πίτσα με ζαμπόν και μπέικον, θα κληθούμε απόψε να φάμε οπωσδήποτε κρέας στα κάρβουνα. Δεν είναι ζωή αυτή. Τη μια μονότονη ημέρα άλλη μονότονη ακολουθεί. Και μετά σου λένε ότι είμαστε τυχεροί εμείς σήμερα, γιατί έχουμε τόσα πράγματα να κάνουμε στην εποχή μας. Πού οι παλιότεροι που δεν είχαν τίποτα και τους είχε φάει η ανία και η πλήξη! Κοιτάζω γύρω μου κι αυτή την ποικικλία δεν την βλέπω. Κάθε μέρα στη δουλειά, κάθε μεσημέρι κρέας, κάθε βράδυ σουβλάκια και τηλεόραση να βλέπουμε τα ίδια και τα ίδια, έτσι που πια δεν μας κάνει εντύπωση, δε μας προκαλεί, έπαψε και να μας ευχαριστεί. Γι’ αυτό και κάποιοι άλλοι, όχι οι περισσότεροι αλλά αρκετοί, επιδίδονται μετά μανίας στις νέες γεύσεις, στα διάφορα σούσι, στα ριζότα, στις αστακομακαρονάδες, στους γαρυφαλοκεφτέδες, στους τηγανητούς ανανάδες και στις σάλτσες με γεύση πικραμύγδαλου. Τι να κάνουν οι άνθρωποι, κάθε μέρα κρέας δεν πάει άλλο, χρειάζεται η εναλλαγή και η ποικιλία.
Άσε δε την εβδομάδα της τυρινής, που οι καλοί χριστιανοί ακολουθώντας τη σωστή διατροφή και τα έθιμα, θα επιδοθούν στη βρώση πάσης ποικιλίας τυριού, γνωστής και άγνωστης, ελληνικού και ξένου, κυρίως γαλλικού. Έτσι για να περάσουν ομαλά από την κρεατινή, μέσω της τυρινής στη νηστεία.
Βρε, δεν τ’ αφήνετε αυτά, λέω εγώ. Ποια νηστεία και ποια τυρινή. Κάθε μέρα είναι κρεατινή. Το βλέπω ότι κάθε μέρα κρέας τρώμε, όσοι έχουμε εννοείται, γιατί υπάρχουν και άλλοι δίπλα μας, που, όπως λέει το παλιό λαϊκό τραγούδι
Εψόφησε ο Λοκάνικος
ψυχομαχάει ο Τύρος
κι η Βρούβα νη Παλιόβρουβα
στέκεται στην καβάλα
να πέσει στην τσουκάλα,
έχουν μόνο βρούβες. Υπάρχουν και κάποιοι που δεν έχουν να φάνε κρέας όχι καθημερινά αλλά ούτε και αυτή τη σημερινή, την Τσικνοπέμπτη. Και το άλλο τραγούδι, της Πελοποννήσου αυτό, για το ίδιο πράγμα λέει:
Σηκώνει ο Πράσος την ουρά κι ο Κρέμμυδος τα γένια.
Μπαλώστε τα σακούλια σας, τροχίστε τα λεπίδια
και στον τρανό τον πλάτανο να μάσουμε στεκούλια.
Και μη μου πείτε ότι αυτά τα λέγανε, τα τραγουδούσανε παλιά, που ο κόσμος δεν είχε, δεν έτρωγε, δε διασκέδαζε, δεν είχε τηλεόραση, δεν είχε θέατρα και κινηματογράφους και όπερες και νυχτερινά κέντρα και σκυλάδικα. Άντε, ανοίξτε τα μάτια σας και ρίξτε μια ματιά γύρω σας. Καλή ματιά. Όχι γύρω σας στην ταβέρνα που θα πάμε σήμερα και θα δούμε όλους τους γνωστούς εκεί να μασουλάνε τα παϊδάκια και να γλύφουν τα δάχτυλά τους στα τραπέζια όπου θα ξεχειλίζουν τα κρέατα, θα περισσεύουν και θα τα μαζεύουμε στις σακούλες να τα πάμε και στο σκυλάκι μας, ούτε και γύρω στο τζάκι μας όπου θα τζιτζιρίζει το κρέας στα κάρβουνα. Άλλη ματιά εννοώ. Πιο μακρινή. Στον ευρύτερο περίγυρό μας. Εκεί που υπάρχει και η στέρηση και η ανημπόρια και η φτώχεια. Εκεί.
Λοιπόν; Πού θα τσικνήσουμε σήμερα;