Friday, September 28, 2007

Το μήνυμα της αισιοδοξίας

Αισιοδοξία, σύμφωνα με τα χαρτιά, είναι η ευνοϊκή αντίληψη του ανθρώπου για τον κόσμο και τη ζωή, η πίστη και η προσδοκία για τη θετική έκβαση όλων των ζητημάτων που τον απασχολούν. Αυτό στα χαρτιά. Στην καθημερινή ζωή, στην πραγματικότητα που μας περιβάλλει, προσωποποίηση της αισιοδοξίας αποτελεί ο Νεοέλληνας. Και στην περίπτωσή του σημαίνει το μόνιμο χαμόγελο απέναντι σε όλους και σε όλα, σημαίνει την αποδοχή ότι ο αυτός είναι το μόνο «λογικό» ον του πλανήτη που μπορεί ακόμη να πιστεύει ότι όλα τα πράγματα του κόσμου βρίσκονται στην καλύτερη δυνατή κατάσταση.
Το ταγάρι του Νεοέλληνα, αυτό που σε παλαιότερες εποχές ήταν γεμάτο λούπινα, ελιές, κάνα-δυο κρεμμύδια και λίγα ξερά σύκα, σήμερα σφύζει από την πίστη πως όλα πηγαίνουν προς το καλύτερο. Ένας μεγάλος αριθμός επιστημόνων, φιλοσόφων και ψυχολόγων προσπάθησε να βρει από πού πηγάζει αυτή η άμετρη αισιοδοξία, πλην όμως όλοι βρίσκονταν και συνεχίζουν να βρίσκονται σε πηχτό σκοτάδι. Ούτε η σωματική υγεία και οι πνευματικές του ικανότητες ούτε η ανατροφή και το κατάλληλο περιβάλλον ούτε η ψυχραιμία και η θετική του σκέψη αλλά ούτε και η, υπό τη γενική έννοια, προοδευτική αντιμετώπιση της ζωής δικαιολογούν μια τέτοια στάση. Ίσως ο μεσογειακός χαρακτήρας κι ο ζαμανφουτισμός του θα μπορούσαν να προσφέρουν μια λύση στο πρόβλημα, αλλά πάλι κι αυτά αποτελούν αναγκαίες και όχι επαρκείς αποδείξεις για τη στάση ενός ολόκληρου λαού που βλέπει τα πράγματα να πηγαίνουν απ' το κακό στο χειρότερο κι αυτός, όχι μόνο το ηλιθίως μόνιμο χαμόγελό του δε σκουπίζει, αλλά συνεχίζει αφειδώς κι αδιακρίτως να το σκορπίζει προς όλες τις κατευθύνσεις. Και έχει, φαίνεται, τους λόγους του, τέτοιους που δεν μπορούν να τους επισημάνουν, να τους ξεχωρίσουν και να τους μελετήσουν ούτε οι επιστήμονες της ψυχής ούτε και τα τέλεια σύγχρονα μηχανήματα.
Διότι ο Νεοέλλην τι χρειάζεται για να' ναι ευτυχισμένος και αισιόδοξος; Την Κυριακάτικη σιέστα του, το καλό του ξύπνημα και το κόντρα ξύρισμά του την ώρα που ακούει στην ΕΡΑ Σπορ την ομαδάρα του βάζει το ένα γκολ πίσω απ' τ' άλλο; Το έχει. Τους κυβερνήτες του να τον κοιτούν κατάματα από το γυαλί, χαμογελαστοί κι αυτοί, και να του κλείνουν πονηρά το μάτι σαν να του λένε «κι αυτό θα περάσει»; Τους έχει. Υπομονή, ευρωπαϊκά πακέτα, πολυκομματική βουλή με πολιτικούς που θέλουν να του πιάσουν το χέρι; Έχει. Λύσεις; Τις έχει και σε υπεραφθονία μάλιστα. Σωστό υπερκατάστημα λύσεων η ζωή μας. Δεν πάει καλά η δημόσια παιδεία; Θα την ιδιωτικοποιήσουμε! Δεν παν καλά τα ναυπηγεία; Θα τα αποκρατικοποιήσουμε! Δεν πάει καλά η κυβέρνηση; Θα την αναδομήσουμε! Δεν έχει φτερά; Έχει πούπουλα! Καίγονται τα δάση και τα σπίτια μας; Θα βρεθούν τα χρήματα να τα ξαναφτιάξουμε καλύτερα! Πλημμύρες; Αντιπλημμυρικά έργα! Τα σπίτια μας γκρεμίζονται με τους σεισμούς; Τα καινούρια θα τα χτίσουμε αντισεισμικά! Παλιώνει ο αρχηγός; Θα εκλέξουμε άλλον! Παντού και πάντοτε η λύση, η τέλεια απάντηση, η αισιοδοξία, το χαμόγελο.
Αλλά και το γεγονός ότι όλοι στην Ελλάδα θέλουν να πάρουν το τιμόνι του καραβιού στα χέρια τους και να το κυβερνήσουν μέσα στην τρικυμία τη στιγμή που έχει μπατάρει κι άρχισε να μπάζει από παντού νερά δεν είναι στοιχείο της αισιοδοξίας μας; Ποιος νοήμων καπετάνιος θα ήθελε τέτοιο ξοφλημένο σκαρί με το τσούρμο να κάθεται στο αμπάρι, να μην κάνει τίποτα και να...χειροκροτεί τις στραβοτιμονιές; Εδώ οι καπετάνιοι μας σκοτώνονται ποιος θα πρωτοκυβερνήσει.
Σάμπως και το κάπνισμα; Δεν είναι κι αυτό αισιόδοξο μήνυμα για το μέλλον; Ενώ όλοι ισχυρίζονται -και το Υπουργείο Υγείας το επαναλαμβάνει σε κάθε πακέτο και σε όλες τις διαφημίσεις- ότι το κάπνισμα βλάπτει την υγεία, εμείς συνεχίζουμε να καπνίζουμε αρειμανίως. Το νέφος της πρωτεύουσάς μας από το κάπνισμα του Νεοέλληνα προήλθε κι όχι από τα αυτοκίνητα ή τις κεντρικές θερμάνσεις. Από τις εξατμίσεις τις προσωπικές μας. Σπάσαμε όλα τα ρεκόρ στην Ευρώπη. Είμαστε οι πρώτοι. Αισιοδοξούμε. Πιστεύουμε ότι εμείς δεν πρόκειται να πάθουμε τίποτα κι από κανένα. Ούτε κι απ' το Υπουργείο.
Κι η αισιοδοξία συνεχίζεται με τον κρατικό, το νόμιμο, αλλά και με τον παράνομο τζόγο. Θα φτιάξει η κατάσταση. Κι αν δεν είναι τη Δευτέρα, έρχεται ηΤρίτη, η Τετάρτη, θα' ναι το Σάββατο ή η Κυριακή. Κι αν όχι αυτή η βδομάδα, τότε σίγουρα θα είναι η επόμενη.
Όλα αυτά, και άλλα πολλά, δείχνουν μια στάση ζωής. Και τη στάση αυτή της ζωής μας δεν την αλλάζουμε με τίποτα. Είμαστε αισιόδοξοι και φαινόμαστε, τιμή μας και καμάρι μας. Γι' αυτό και ένας Ευρωπαίος φίλος μου δεν μπόρεσε να καταλάβει το μήνυμα που μαζί διαβάσαμε στις αγγελίες μιας εφημερίδας: «ΑΝΑΖΗΤΑ 47χρονος τη Μαίρη (γενν.1967), καλοκαίρι 1987, φιλοξενούμενη στο εξοχικό της Λ.Τ., τότε λίγο εύσωμη, τότε μακρυμάλλης με μπλουτζίν». Μετά από είκοσι χρόνια ο τότε μακρυμάλλης αναζητά την τότε εύσωμη. Κι έχει ελπίδες πως θα τη βρει.
Δεν είναι μόνο δικές του, όμως, οι ελπίδες. Είναι και οι ελπίδες ενός ολόκληρου λαού που τον στηρίζουν και του κλείνουν το μάτι χαμογελαστά και αισιόδοξα.

Sunday, September 23, 2007

Ο νικητής των εκλογών

.
Η προεκλογική περίοδος με είχε καταθλίψει. Για να την ξεπεράσω έκλεισα τηλεοράσεις, σφράγισα ραδιόφωνα, κλείδωσα πόρτες. Απ’ το ράφι τράβηξα ‘ένα βιβλίο. Όχι από τα καινούργια, τα ατσαλάκωτα, που περιμένουν τη δική τους ώρα, αλλά ένα παλιό, δοκιμασμένο, χιλιοσημειωμένο και τσαλακωμένο. Αυτό!, είπα μέσα μου σαν το τύπο που πυροβολούσε στη διαφήμιση όλα τα μπουκάλια για να μείνει στο τέλος το Ούζο Δώδεκα. Ο Γκας ο γκάνγκστερ. Το πήρα και το ξαναδιάβασα. Μα δεν πρόκειται εδώ να κάνω παρουσίαση και σχολιασμό του, δεν το αξίζω. Το κατάπια πάλι, σχεδόν μονορούφι και ξεροσφύρι. Ήθελα να με χτυπήσει και με χτύπησε. Ήθελα να με πονέσει και με πόνεσε, να με κάνει να γελάσω και γέλασα, να κλάψω κι έκλαψα. Δεν υπάρχει τίποτα πιο λεβέντικο, πιο πικραμένο, πιο αληθινό και πιο ειλικρινές απ’ αυτό το βιβλίο. Μα δεν κάνω παρουσίαση του βιβλίου, δεν το αξίζω, το είπα. Τα κομμάτια μου μαζεύω μετά από το διάβασμά του.

Κι αυτός, ο συγγραφέας του εννοώ, ο Αντώνης Σουρούνης, πώς μπορεί να είναι ο πρώτος και να μην το καταλαβαίνει. Εγώ βλέπω τους δρομείς όταν τερματίζουν πρώτοι σηκώνουν τα χέρια τους και πανηγυρίζουν, ακόμη κι αν ο δεύτερος ήταν μια ανάσα πίσω τους, ακόμη και αν τους ψάχνει ώρα το φώτο φίνις. Αυτός πώς δεν το καταλαβαίνει ότι είναι πρώτος; Δεν το έχει καταλάβει, αλλιώς θα ήταν ξιπασμένος, αλλιώς θα ήταν κυκλωματίας, αλλιώς θα γύριζε από παρέα σε παρέα για να δρέπει δάφνες, θα διαφημιζόταν, θα έβγαινε στην τηλεόραση κορδωμένος, θα του είχαν κάνει χίλια αφιερώματα, θα απαντούσε περισπούδαστα, θα έψαχνε τις λέξεις τις καλές που μιλούν στο μυαλό. Ενώ αυτός πιάνεις τις λέξεις τις άλλες, που απευθύνονται ίσια στην κοιλιά, που σου ανακατεύουν τ’ άντερα. Τον θυμάμαι να μου λέει κερνώντας με τσίπουρο σ’ ένα νεροπότηρο «σκέπαζέ το το ποτό» κι αμέσως να βγάζει μέσα από μια πλαστική σακούλα μια τυρόπιτα και να την κόβει στα δυο. Τέτοια πράγματα, της κοιλιάς, του αμπαριού.

Κι όλα αυτά γιατί τα γράφω; Επειδή αγαπώ το Σουρούνη; Όχι! Επειδή αγαπώ τη θάλασσα. Και τους ανθρώπους που αγαπούν τη θάλασσα.

Monday, September 17, 2007

Τοσοδούλα

.
Σήμερα, χωρίς να θέλω να γίνω φορτικός, αλλά προσπαθώντας να συμβαδίσω λίγο με την επικαιρότητα που μας καλεί να μιλήσουμε για τις εκλογές και τα αποτελέσματά τους, να ξεχάσουμε βιβλία, καλοκαίρια, διακοπές και ...φωτιές, χωρίς, επαναλαμβάνω να θέλω να γίνω φορτικός, θα σταθώ σε μια λέξη. Πρόκειται για μια τόση δα μικρή λέξη, μια λεξούλα μήκους μόλις δύο γραμμάτων που όμως χωρά οπουδήποτε. Θα πείτε: Λέξη είναι κι οι λέξεις χωρούν παντού και κυρίως στο στόμα. Όσο μεγάλη κι αν είναι μια λέξη χωράει πρώτ’ απ’ όλα στο στόμα μας. Κανένα στόμα δεν αρνήθηκε ποτέ τη λέξη υπερωκεάνειο, τη λέξη πολυκατάστημα, τη λέξη τηλεπικοινωνία και λοιπά. Μια μικρή, λοιπόν, λέξη δε θα χωρούσε; Ασφαλώς και χωρά παντού, δε μας λες κάτι καινούριο, θα πείτε. Και θα έχετε δίκιο, από μια άποψη. Αλλά όταν λέω ότι η δική μου λέξη χωρά παντού, εννοώ ότι μπορεί και μπαίνει άνετα στα προγράμματα όλων των κομμάτων, ας πούμε, εκεί που δεν έχει θέση το υπερωκεάνειο ή το πολυκατάστημα. Για τις τηλεπικοινωνίες είναι άλλο το θέμα και δε θα μας απασχολήσει τώρα. Εγώ θα σας μιλήσω για μια τόση δα μικρή λεξούλα που δεν την πιάνει το μάτι σας και που το αυτί σας την έχει συνηθίσει τόσο που έπαψε πια να της δίνει τη σημασία που της πρέπει. Και για να μη σας κρατώ άλλο σε αγωνία, θα την πω αμέσως τώρα: μα ήδη την είπα, την ανέφερα στην προηγούμενή μου πρόταση κι ούτε που την πήρατε χαμπάρι. Αντίθετα θυμάστε, και μάλιστα πολύ καλά φαντάζομαι, και το υπερωκεάνειο και το πολυκατάστημα. Λοιπόν, τέλος πάντων, τη λέω. Η λέξη είναι το «θα». Ένα μόριο. Το μόριο των απανταχού υποψηφίων.
Το «θα», λοιπόν, χρησιμοποιείται για το σχηματισμό των μελλοντικών ρηματικών χρόνων. Έτσι έχουμε το στιγμιαίο μέλλοντα, που σημαίνει ότι κάτι θα γίνει στο μέλλον για μια μόνο φορά, άπαξ: Θα οργανώσουμε την εκπαίδευση, θα λύσουμε το Σκοπιανό, θα μειώσουμε την ανεργία, θα λύσουμε το ασφαλιστικό, θα αυξήσουμε μισθούς και συντάξεις, θα …μαζέψουμε τα σκουπίδια κι η χώρα μας θα είναι καθαρή. Όλα αυτά δηλαδή θα γίνουν μια φορά, υποσχόμαστε να γίνουν μια φορά κι όχι συνέχεια. Μια φορά θα οργανώσουμε την εκπαίδευση κι αυτή θα μείνει οργανωμένη συνέχεια, εκτός αν κάποιοι τη χαλάσουν, γεγονός για το οποίο δε θα φέρουμε ευθύνη. Μια φορά θα μαζέψουμε τα σκουπίδια, μη νομίζετε ότι αυτό θα γίνεται κάθε μέρα, να συνεννοούμαστε. Για τις συνεχόμενες πράξεις στο μέλλοντα έχουμε άλλο ρηματικό χρόνο, το μέλλοντα διαρκείας. Εκεί λέμε π.χ.: Θα καταγράφω κάθε σου κίνηση και θα παρακολουθώ τα τηλεφωνήματά σου, θα με ακούς όταν σου μιλάω, θα σκύβεις το κεφάλι, θα πειθαρχείς στις εντολές μου, θα υπακούς στις διαταγές μου και ούτω καθεξής. Υπάρχει κι ένας άλλος μέλλοντας, ο συντελεσμένος, που χρησιμοποιείται λιγότερο από τους άλλους δυο και δείχνει ον με ανώτερη μόρφωση. Λέει π.χ. κάποιος: Όταν θα καταλάβεις την αλήθεια, όταν θα έχεις στα χέρια σου τα αποδεικτικά στοιχεία, εγώ θα την έχω ήδη κάνει, θα έχω πραγματοποιήσει τα σχέδιά μου, θα έχω φύγει από τη χώρα, θα έχω κλείσει τους τραπεζικούς μου λογαριασμούς, θα έχω τακτοποιήσει τα περιουσιακά μου, θα τα έχω γράψει στη γυναίκα μου, στα παιδιά μου και λοιπά. Πολύ χρήσιμοι χρόνοι όλοι αυτοί.
Βέβαια δεν ακούσαμε όλους αυτούς τους χρόνους αυτή την περίοδο. Ακουγόταν συνήθως μόνο ο πρώτος, ο στιγμιαίος. Μας φορτώσουν οι υποψήφιοι στις εκλογές με τον στιγμιαίο μέλλοντα, μια και υπόσχονταν συνεχώς ότι θα κάνουν κάτι για μας μια μόνο φορά. Θα χτίσουμε σχολεία, θα αυξήσουμε το κατά κεφαλήν εισόδημα, θα υπηρετήσουμε τον πολίτη. Μια φορά θα φροντίσουν, δεν μπορούν να φροντίζουν συνέχεια, λογικό ακούγεται. Πάντως, αυτό το μόριο, το εκλογικό «θα», λεγόταν συνεχώς, κατά κόρον. Μετά τις εκλογές, θα ακούγεται το δυνητικό «θα» από τους υποψηφίους που δεν πέτυχαν την εκλογή τους. Αυτοί θα λένε: θα το έκανα εγώ αυτό, θα σε διόριζα κι εσένα και τα παιδιά και τα εγγόνια σου, αλλά δε μου έδωσες την ευκαιρία, δε με ψήφισες. Θα λένε: θα έπαιρνες τη μετάθεση ή την απόσπαση που ζητούσες, αλλά αφού δε με προτίμησες κάτσε τώρα και βουρλίσου εκεί που ήσουν.
Το εκλογικό μόριο κάνει θραύση παντού και πάντοτε. Σας το έλεγα: χωράει παντού και δημιουργεί εντυπώσεις χωρίς να φαίνεται, χωρίς να το παρατηρεί κανείς. Είναι το πιο χρήσιμο μόριο της ελληνικής. Χωρίς αυτό είναι αμφίβολο αν θα υπήρχαν υποψήφιοι και δήμαρχοι και βουλευτές. Γιατί όλο αυτοί στηρίζονται σ’ αυτή τη μικρή λεξούλα.
Είναι αμφίβολο ακόμη αν θα υπήρχαν και ερωτευμένοι. Πώς να υπήρχαν αν δεν θα μπορούσαν να πουν: θα σ’ αγαπώ για πάντα. Έτσι. Σε μέλλοντα διαρκείας. Χωρίς δεύτερη κουβέντα. Θα σ’ αγαπώ.

Η Φωτογραφία είναι του Richard Desmarai

Wednesday, September 05, 2007

Τι θα γίνω, όταν θα μεγαλώσω όμως

Σκέφτομαι και Γράφω

Ένα πολύ ωραίο επάγγελμα για να γίνει κανείς, αφού πρώτα μεγαλώσει λίγο, είναι και ο βουλευτής. Βουλευτής είναι ένας άνθρωπος -σήμερα μπορεί να είναι ακόμη και μια γυναίκα- που κάθε τέσσερα χρόνια (στην Ελλάδα μπορεί και σε τρία, σε δύο, σε ένα ή και σε μερικούς μήνες) βγάζει πολλές αφίσες έγχρωμες με το πρόσωπό του επάνω αλλά σε μικρή ηλικία, και παρά πολλά χαρτάκια που γράφουν τ' όνομά του και που τα πετάνε δεξιά κι αριστερά, σε αυλές, σε δρόμους, σε πλατείες και σε πιλοτές. Αυτός ο βουλευτής λέγεται τότε υποψήφιος βουλευτής, γιατί περιμένει λίγο καιρό (όταν περιμένει ένα μήνα ο καιρός λέγεται ελάχιστος) μέχρι που να δει την ψήφο του λαού. Όταν η ψήφος του λαού έχει κάτι σταυρούς κοντά στο όνομα αυτού του υποψήφιου και αυτοί οι σταυροί είναι περισσότεροι από κάποιου άλλου υποψήφιου, τότε ο πρώτος υποψήφιος βουλευτής χαίρεται και χαμογελάει και χαιρετάει, γιατί από εκείνη τη στιγμή λέγεται βουλευτής σκέτος. Και τους περισσότερους σταυρούς έχει το όνομα εκείνου του υποψήφιου που τύπωσε τις περισσότερες αφίσες, που γέμισε όλους τους τοίχους και τις μάντρες των σπιτιών και που λέρωσε με τα χαρτάκια με το όνομά του όλους τους δρόμους.
Αλλά και το όνομα του υποψήφιου έχει μεγάλη σημασία. Αν λέγεται Σταύρος, ας πούμε, είναι κάτι πολύ θετικό γι' αυτόν. Με σύνθημα “σταυρό στο Σταύρο” ή “όπου Σταύρος και σταυρός” πολλά μπορεί να καταφέρει. Θετικό είναι να έχει ο υποψήφιος και όνομα με κάποιο αισιόδοξο μήνυμα ή το όνομά του να έχει πολύ ωραίο ήχο (Ευτυχίδης, Ευτυχόπουλος, Έλσα, Νίκη, Σωτήρης, Λευτέρης, Σωτηρίου, Σωτηρόπουλος) ή να είναι έξυπνο και τσαχπίνικο (Σκανδαλίδης, Λιάγκας, Μάγκας, Παπατζίκος ή Πριτσαπήδουλας, ας πούμε). Αντιθέτως, δεν είναι πολύ εύκολο να τα καταφέρει ο υποψήφιος αν έχει όνομα απαισιόδοξο (Ατυχίδης ή Αναπαραδιάς) ή όνομα με κακό ήχο (π.χ. Πράτσιακας, Πάρτσας, Τσούρνος, Πατσιάς ή Λαπάς κ.ά.).
Όταν, λοιπόν, γίνει βουλευτής, μπορεί να πηγαίνει και στο μεγαλύτερο κτήριο στην Αθήνα, που είναι η Βουλή των Ελλήνων. Αλλά αυτό δεν είναι και πολύ υποχρεωτικό. Ο βουλευτής μπορεί και να μην πηγαίνει στη Βουλή, αλλά να κάθεται στο σπίτι του και να φροντίζει την οικογένειά του αλλά και την περιφέρειά του μερικές φορές. Γιατί ξέχασα να πω ότι κάθε βουλευτής έχει και από μία περιφέρεια. Μόνο όταν ο βουλευτής είναι γυναίκα έχει δύο περιφέρειες που πρέπει να τις φροντίζει και τις δύο οπωσδήποτε.
Όμως από τη στιγμή που ο υποψήφιος γίνει βουλευτής λύνονται όλα τα προβλήματά του και τελειώνουν όλα του τα βάσανα. Ούτε σε ουρές περιμένει πια ούτε ψάχνει να βρει εισιτήριο για το ματς ή για το σινεμά ούτε ψάχνει να βρει θέση στο θέατρο -αν πάει καμιά φορά. Αλλά ούτε και στην ταβέρνα πληρώνει ούτε και στο σουπερμάρκετ ή στη λαϊκή ψωνίζει (δεν έχω δει ποτέ βουλευτή στο σουπερμάρκετ με το καροτσάκι του ή στη λαϊκή να ψωνίζει στους γύφτους). Μπορεί ακόμη να αγοράσει πάμφθηνα και διαμέρισμα στο Κολωνάκι, στο Λονδίνο ή στο νησί της κυρά-Φροσύνης στα Γιάννενα και να το έχει για το παιδί του, όταν θα περάσει στις εξετάσεις για το Πανεπιστήμιο στην Αθήνα ή -αν δεν είναι και πολύ καλός μαθητής- στα Γιάννενα. Αλλά και αν δεν περάσει στην Ελλάδα μπορεί να το στείλει στο Λονδίνο να σπουδάσει Οικονομικά και να μένει στο διαμέρισμά του εκεί. Αγοράζει και πολύ φτηνά ένα αυτοκίνητο Μερσεντές και μετά από δύο μήνες το πουλάει ακριβά, και με τα λεφτά που παίρνει μπορεί να αγοράσει δυο καλύτερες Μερσεντές κ.ο.κ. Κάθεται πάντα στην καλύτερη θέση στο θέατρο, άμα πάει καμιά φορά, ή στο γήπεδο, που πηγαίνει πιο συχνά, και όλοι τον φωτογραφίζουν. Γι' αυτό ο βουλευτής πρέπει πάντα να φοράει γραβάτα.
Αλλά και όποιο πρόβλημα γενικότερο και αν υπάρχει, πάντα ζητούν τη γνώμη του βουλευτή. Ο βουλευτής ποτέ δε λύνει ένα πρόβλημα, ακόμη και αν ξέρει τη λύση του. Όμως πάντα δίνει τη γνώμη του για κάποιο πρόβλημα, ακόμη και αν δεν ξέρει τη λύση του. Κι έτσι εμφανίζεται στην τηλεόραση μαζί με την κυρία Έλλη ή με την κυρία Καπνικαρέα ή μιλάει στο ραδιόφωνο με τον κύριο Κακαουνάκη και λέει πολλά και έξυπνα πράγματα. Γι’ αυτό, όταν μετά από μερικά χρόνια (τρία, ας πούμε) αυτός ο βουλευτής ξαναγίνει υποψήφιος και θέλει να ξαναγίνει βουλευτής σκέτος, ο λαός τον ξέρει και δε χρειάζεται πια τόσες πολλές φωτογραφίες του κολλημένες στις κολόνες της ΔΕΗ. Γιατί ο λαός έχει ακούσει τα ωραία πράγματα που έλεγε παλιά στον κύριο Κακαουνάκη, όταν ήταν βουλευτής (όχι ο κ.Κακαουνάκης, ο άλλος) και τον θέλει πάλι (όχι τον κ.Κακαουνάκη, τον άλλο). Έτσι, αρκεί τώρα που είναι υποψήφιος για δεύτερη φορά να λέει μερικά ρήματα σε χρόνο μέλλοντα εξακολουθητικό ή στιγμιαίο, και είναι σίγουρο ότι θα πάρει τους πολλούς σταυρούς που θέλει. Γιατί άμα πάρει ένα μόνο σταυρό, το δικό του, θα την πατήσει όπως ο Χριστός, που πήρε ένα σταυρό, ήταν ασήκωτος και τον κουβαλούσε με πολλή δυσκολία. Όμως ο βουλευτής μοιράζει το βάρος σε πολλούς σταυρούς. Όσο πιο πολλοί είναι αυτοί οι σταυροί, τόσο μικρότερο το βάρος που κουβαλάει ο βουλευτής που σηκώνει το δικό του σταυρό, αλλά πολύ πολύ ελαφρό αυτή τη φορά. Σχεδόν πούπουλο. Γι' αυτό και είναι πιο εύκολη δουλειά να είσαι βουλευτής από το να είσαι χαμάλης στο λιμάνι του Πειραιά, ας πούμε, που σηκώνεις μεγαλύτερο βάρος.
Γι' αυτό κι εγώ προτιμώ να γίνω βουλευτής από το να γίνω χαμάλης, όταν θα μεγαλώσω όμως.