
Τότε
πια κλείνω τα βιβλία μου και πάω να βρω τον ύπνο. Λίγο πριν κοιμηθώ περνούν
ολόφωτοι απ’ τη σκέψη μου οι «Πέρσες» κι οι στίχοι του άλλου ποιητή, του Έκτορα
του Κακναβάτου, ανάκατοι όλοι μέσα στο ίδιο το βαγόνι του φωτισμένου τρένου».
Κάτι τέτοια ποιητικά έγραφα μια χειμωνιάτικη νύχτα
αρκετά χρόνια πριν, ακούγοντας το τρένο να περνά και να σφυρίζει. Μετά τίποτα.
Για τέσσερα χρόνια οι γραμμές επισκευάζονταν. Δεν ξέρω πόσα χρήματα
σπαταλήθηκαν αδίκως. Και τα τρένα, αφού ξαναζωντάνεψαν για λίγο, έσβησαν
ολοσχερώς σαν κεριά στο ξεροβόρι.
Και
πήρα τη φωτογραφική μου μηχανή και τράβηξα φωτογραφίες των σταθμών. Μετά από
λίγο καιρό θα ερειπωθούν κι αυτοί εγκαταλειμμένοι στα περιθώρια των
προϋπολογισμών και άλλων συγκυριών και μεθοδεύσεων.
Γι’ αυτό ένιωσα έκπληξη όταν το Σάββατο το μεσημέρι
άκουσα το γνωστό σφύριγμα. Σταμάτησα ενεός μπροστά στις κατεβασμένες μπάρες.
Για μια στιγμή ταξίδεψα κι εγώ στο παρελθόν, μαζί με την αμαξοστοιχία που
περνούσε αργά και περήφανα μπροστά μου γεμάτη τουρίστες που απαθανάτιζαν στις
ακριβές τους κάμερες το ταξίδι. Μετά το Άργος με τ' αρχαία του οι Μύλλοι του
1821 και η Ανδρίτσα και ο Αχλαδόκαμπος με τις αμέτρητες ελιές και τη μακριά
γέφυρα, που ανατινάχθηκε στον πόλεμο από τους Γερμανούς και όλοι πια
τούτοι οι τόποι ενταγμένοι στον Καλλικράτειο Δήμο Άργους -
Μυκηνών. Ντάκα ντούκα, ντάκα ντούκα! Πριν την Τριπολιτσά, το
κέντρο του Μοριά, κάποιες μικρές σήραγγες, ίσα-ίσα για να
καθρεπτίζεται το πρόσωπό μας στα τζάμια, να ενώνεται το βλέμμα μας με το
δικό μας !
Ας είναι. Ας είναι και για μια φορά το μήνα, για τους
πολυπόθητους τουρίστες. Και για να έχουν κάποιο νόημα οι σιδηροτροχιές, οι
χορταριασμένοι πέτρινοι σταθμοί και οι αφύλαχτές τους διαβάσεις.
Κι
εμείς να έχουμε πια ξεχάσει ότι με το τρένο δε μεταφέρεσαι και δε μετακινείσαι.
Ταξιδεύεις!
Δημοσιεύτηκε στο protagon.gr 20-4-2013