Thursday, June 15, 2006

Το πεπόνι

Χρονιάρες μέρες ήτανε δεν ήτανε, τι σημασία έχει! Για να κάνεις ένα δώρο στο διπλανό σου δεν είναι ανάγκη ούτε Χριστούγεννα να ’ναι ούτε να ’χει τη γιορτή του. Πόσο μάλλον όταν αυτός ο διπλανός σου έχει μεγάλες και οξύτατες ανάγκες βιοτικές. Αυτή είναι Αλβανή. Βέρα. Ο άντρας της Βορειοηπειρώτης. Καμιά σημασία η εθνικότητα. Τα παιδιά τους, τεσσάρων και εφτά χρόνων παλικαράκια, θα τα βάφτιζαν ορθόδοξα εκείνες τις μέρες του καλοκαιριού. Καμιά σημασία η θρησκεία, το δόγμα. Παρεμπιπτόντως.

Η γυναίκα νέα αλλά άρρωστη, τα παιδιά αγγελούδια κι ατίθασα αγριμάκια μαζί. Οι άλλοι, οι δικοί μας να πούμε, πολύ τους λυπήθηκαν. Και τους εκτίμησαν. Τους ψώνισαν -το δώρο που λέγαμε- δυο καρότσια με τρόφιμα από το σούπερ μάρκετ. Αυτά τα δώρα είναι τα πιο εύκολα. Δεν ψάχνεις, δεν προβληματίζεσαι αν θα τους αρέσει, αν θα τους πηγαίνει το χρώμα ή ο συνδυασμός. Αρπάζεις το καρότσι και τρέχεις. Σ’ ένα τέταρτο το ’χεις φουλάρει. Και μακαρόνια και ρύζια και μπελτέδες -πολλούς μπελτέδες να τους τρώνε τ’ αγριμάκια πάνω στο ψωμί, όπως εμείς μια φορά κι έναν καιρό στις δύσκολες μέρες της παιδικής μας ηλικίας- ζάχαρες και σόφτεξ και κοκακόλες και γάλατα, πολλά γάλατα – τ’ αγγελούδια γι’ αυτό είναι άσπρα, γιατί πάντα πίνουν πολύ γάλα. Πιάνεις αδιακρίτως από τα ράφια και ρίχνεις στο καρότσι. Ξέρεις πως δεν πρόκειται να σου πουν: «Α! μακαρόνια είχαμε, να πάμε να τ’ αλλάξουμε». Δε γίνονται τέτοια πράγματα. Ακόμη!

Αυτά τα δώρα πιάνουν τόπο. Γεμίζουν την κοιλιά που είναι άδεια ή μισογεμάτη, για να κάνουμε και τους αισιόδοξους. Γεμίζουν και την καρδιά που θέλει η διαολεμένη συδαύλισμα για να λειτουργήσει έτσι όπως πρέπει να λειτουργεί στους ανθρώπους. Κι αυτά τα δώρα δε γράφονται, δεν υποχρεώνουν, δεν έχουν σχέση με επισκέψεις, σβήσιμο κεριών, προετοιμασίες, φλυαρίες και φασαρίες τέτοιες. Είναι απλά. Έρχονται φυσιολογικά. «Περάσαμε απ’ το σούπερ μάρκετ και πήραμε μερικά πράγματα, έτσι, για τα παιδιά. Τίποτα σπουδαίο. Επειδή τους αρέσει η κόκα κόλα», ας πούμε. Κι αυτοί το παίρνουν επίσης απλά. Δεν είναι ζητιανιά ούτε ελεημοσύνη. Ούτε πάλι νομίζουν πως τους το χρωστάς. Ούτε και αρχίζουν τις τσιριμόνιες «μα γιατί, δεν έπρεπε, δεν ήταν ανάγκη» και τα τέτοια. Δεν είναι τίποτα. Να μισογεμίσεις το ρεζερβουάρ με βενζίνη. Τριάντα πακέτα τσιγάρα. Μια ώρα ιδιαίτερο μάθημα στο παιδί. Τίποτα!

Τους το λες χωρίς ντροπή κι έρχονται στο σπίτι. Χωρίς ντροπή. Φορούν τα καλά τους. Το μάτι τους λάμπει. Όχι από τη λίμα, από τη συγκίνηση. Από την αγάπη. Κι από τον πόνο. Έρχονται με τα καλά τους. Κάνουν δύο διαδρομές με γεμάτο το καρότσι της λαϊκής. Έρχονται, παίρνουν το πρώτο γεμάτο, το παν σπίτι τους, το αδειάζουν και ξανάρχονται. Κάθε φορά σαν πιο ξεκούραστοι. Ποιον πάνε να γελάσουν; Τα πόδια τους τρέμουν από την κούραση της δουλειάς και της ολοήμερης ορθοστασίας. Το μικρό αγριμάκι δεν πίνει βυσινάδα, θέλει κόκα κόλα. Το κρατάς λίγο και δε στέκεται. Τρέχει ένα γύρω στην αυλή και παίζει με τα ποδήλατα. Ονειρεύεται κι αυτό ένα τέτοιο με φτερά να γυαλίζουν στον ήλιο. Τα πόδια τους κουρασμένα από το μεροκάματο. Τους λες στην τρίτη διαδρομή να μη φέρουν πίσω το καρότσι. Ας το κρατήσουν κι ας το φέρουν την επομένη. Ας μην κουράζονται τζάμπα. «Δε θα μας χρειαστεί σήμερα. Αύριο.» Σ’ ευχαριστούν. Όχι με λόγια. Με την άλλη γλώσσα που μόνο οι άνθρωποι καταλαβαίνουν. Αδιάφορο σε ποιο θρήσκευμα, σε ποια φυλή.

Την άλλη μέρα φέρνουν πίσω το καρότσι. Μ’ ένα μεγάλο πεπόνι μέσα. Αντίδωρον. «Θα σας μαλώσω! Γιατί;». «Ε, έτσι!»

Απ’ αυτό το πεπόνι δοκίμασα κι εγώ. Ήταν ένα πεπόνι!!!

4 comments:

scalidi said...

Αντίδωρο πραγματικό αυτό το κείμενό σου

ellinida said...

Πράγματι . Και μου θύμισες την Βασιλική . Μιά κοπέλλα από την Αλβανία που μας καθάριζε στην Πάρο . Οποτε πέρναγε από το γραφείο με ψώνια μου άφηνε με το ζόρι κάτι , ένα γιαούρτι ή ένα φρούτο . Ετσι για να με κεράσει κάτι επειδή μας καθάριζε που και που και την είχα συστήσει σε άλλους . Με θεωρούσε φίλη της .
Μακάρι να ήταν όλοι έτσι .
Η Βασιλική ήταν καθηγήτρια στην Αλβανία . Κι'η αδελφή της το ίδιο . Μόνο που εκείνη όταν σταμάτησε να δουλεύει για μας επειδή βρήκε ψηλότερο μεροκάματο , μας έκοψε την καλημέρα και γύρναγε και το κεφάλι για να μην μας χαιρετίσει .
Το αστείο είναι ότι την αδελφή είναι που γνωρίζαμε χρόνια και τους είχαμε μαζί με τον άντρα της . Εκείνους καλέσαμε τα πρώτα Χριστούγεννα μαζί με τα παιδιάκια τους να φάνε μαζί μας γιατί δεν είχαν κανέναν . Σ'εκείνους κάναμε δώρα και τους σταθήκαμε σαν οικογένεια .
Είναι θέμα ανθρώπου .

el-bard said...

scalidi
Ευχαριστώ για το αντίδωρο!

ellinida
Είναι θέμα ανθρώπου. Για τον άνθρωπο λέω, με όποια χρώμα, όποιας φυλής.
Σ' ευχαριστώ.

Anonymous said...

Αυτη ειναι η μοναδικη,η αιωνια αληθεια!Αυτη η πεπονιαδα χαραξε για παντα την ψυχη μου!