Μερικές φορές ακούω το τραγούδι στ’ αυτιά μου λες κι όλες οι σιωπές των πουλιών αποφασίζουν ξαφνικά να σπάσουν την απεργία τους και να με ανταμώσουν στα τύμπανα μιας σπειροειδούς ματαιότητας. Ποιος ξέρει τι θα συνέβαινε αν έμπαιναν κι όλα τα δένδρα στα μάτια μου, τι κόσμους θα μπορούσα να δω τότε με νεύρα χλωροφύλλης και κουφάλες μνήμης κοσμικής. Κι αν όλα τα φύλλα του ημερολογίου απλώνονταν στο στήθος μου, κι αν όλες οι φωνές στριμώχνονταν στα σκοτάδια των σπλάχνων μου; Το μόνο σίγουρο είναι ότι όλα αυτά θα έχτιζαν έναν μικρό προσωπικό παράδεισο καταμεσής στην κόλαση κι από κει, την ώρα των απολογισμών, θα μπορούσα να διεκδικήσω μια θέση στα πιο σκληρά παραμύθια των παιδιών. Κι όλες οι ψεύτικες ιστορίες θα άρχισαν να ευωδιάζουν από άλυτα αινίγματα την ίδια στιγμή που θα φωτίζονταν από μικρές αλήθειες, παραγνωρισμένες.
Κλείσε τις πόρτες. Βράδιασε ο κόσμος. Το τηλέφωνο πια δε χτυπάει. Κι αν χτυπήσει κάποιος θα ζητήσει άγνωστο όνομα. Λέω καμιά φορά να προφασιστώ εγώ το άγνωστο όνομα για ν’ ακούσω τι έχουν να μου πουν. Αλλά φοβάμαι τόσο τις φωνές που δεν πρόκειται να ξανακούσω ποτέ, το ίδιο όσο και όλες τις άλλες που τις άκουσα μια φορά και τις ξέχασα. Γιατί το να ξεχνάς είναι το ίδιο οδυνηρό με το να θυμάσαι. Θυμάσαι το αποτύπωμα του πρώτου σου φιλιού στα χείλη της νεότητας; Θυμάσαι το δίκιο των ανθρώπων που ζωγραφίζονταν αδιάκοπα κάθε που σε νυχτερινές αναγνωρίσεις ταυτότητας δήλωνες μετανάστης και στην εξακρίβωση διαπίστωναν το ευυπόληπτο παρελθόν; Και θυμάσαι πώς σφύριζαν τα πλοία όταν έφευγες από ανθρώπους που είχαν υπογράψει στα δάχτυλά σου; Ή μήπως θυμάσαι όλα τα ντυμένα κορίτσια που ερωτεύτηκες σε κρεβάτια γυμνά; Τίποτα δε θυμάμαι. Γι’ αυτό φοβάμαι τις φωνές. Βλέπεις, προσποιούμαι παρέες, γράφω εσύ για να πιστεύω πως κοντά μου είναι κι άλλος πόνος. Όμως αυτή η υποκρισία κλείνει κάποτε τον κύκλο της και μένεις με το αναπότρεπτο εγώ να απορεί μπροστά στο τίποτα.
Κι αυτές οι ιστορίες δεν έχουν τέλος, γιατί είναι ψεύτικες, το είπα. Και χρειάζεται πολλή αλήθεια για να διηγηθείς ψεύτικες ιστορίες. Γιατί ως άνθρωπος κι εγώ έχω πει πολλά ψέματα σε όλους, κυρίως στα πουλιά που τραγουδούσαν στ’ αυτιά μου. Και κάθε φορά που τα έβλεπα να επιστρέφουν στις φωλιές τους, κάθε άνοιξη, ένιωθα τη λυπημένη χαρά των μελλοθανάτων που τους χαρίζεται η ποινή της ζωής και επιστρέφουν στο θάνατο δικαιωμένοι.
Αλλά τα άστρα ό,τι έχουν να πουν το λένε τις αφέγγαρες νύχτες. Μετά πεθαίνει η αγρυπνία και ό,τι προλάβεις πια στον ύπνο. Και το ίδιο τραγούδι συνεχίζεται πίσω από το αγκομαχητό των κοριτσιών, πίσω από τις φωτογραφίες στα κάδρα, πίσω από τις κουρτίνες όπου παραμονεύει η ίδια θλίψη γεμίζοντας την απόσταση που μας χωρίζει. Πώς ντυθήκαμε μ’ αυτά τα χρώματα μες στο καταχείμωνο; Μας πλάνεψαν οι εποχές, πληγωθήκαμε από την αχρωματοψία του Θεού ή μας χτύπησαν κατάστηθα τα ίδια πυροτεχνήματα που, χάνοντας το δρόμο τους, πέτυχαν τους δικούς μας ουρανούς; Όπως και να ’ναι, εγώ συνεχίζω άοπλος να βαδίζω στις χιονισμένες αντωνυμίες –εσύ, εγώ, εσύ, εμείς, εκείνος, αυτός, ο άλλος- και ψάχνω πίσω από τα ξαφνιασμένα μάτια σου να βρω την ανωνυμία και να ξαναβαφτιστώ.Είναι κι αυτή μια λύση στις απορίες μου, όπως λύση είναι κι όταν περνάει μπροστά μου με πολύχρωμες μουσικές η κουτσή ρομβία κι εγώ καθισμένος στο σκοτάδι βουβός δεν μπορώ να την βοηθήσω. Όπως λύση είναι κι η γλυκιά αστραπή των νυχιών σου όταν τυραννούν το στήθος μου.
Αλλ’ αυτή δεν μπορώ να την εξηγήσω.
10 comments:
Είναι τόσο όμορφα γραμμένο και πυκνό, που προτιμώ να σιωπήσω.
Ξέρω πως θα το διαβάσω ξανά αρκετές φορές και θα χάνομαι πάντοτε το ίδιο στις εικόνες του...
Εχ... Ήμασταν που ήμασταν... μας μελαγχόλησες φίλε μου...
Βολκώφ
εγώ κρατάω τη μοναδική ατμοσφαιρικότητα του κειμένου
Το πιο όμορφο ποίημα σε μορφή πεζού που είδα τελευταία. Και περιγράφεις στιγμές σαν μια που έχω ζήσει, σαν με κρατούσε αγκαλιά ο λατρεμένος μου, όχι την ώρα της χαράς του έρωτα, μα την ώρα του πόνου μου. Πολύ σ' ευχαριστούμε που μοιράζεσαι αυτά που γράφεις μαζί μας!
"η"
dodos
Σ' ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια.
Βολκώφ
Επανήλθες; Ή πρόκειται για διάλειμμα;
Σταυρούλα
Να είσαι καλά και να δημιουργείς.
"η"
Φαίνεται ότι αγαπάς και αγαπιέσαι. Κράτησέ την την αγάπη. Δεν είναι τόσο εύκολα αυτά στην εποχή μας.
Λευτέρη,
ωραίο κείμενο
απροκάλυπτα μπορώ να πω
από κείνα που λαχταρούμε να γεμίσουν από μόνα τους τα αναγνωστικά μας κενά
Ξεχειλίζεις.
Εικόνες, συναισθήματα, θραύσματα, ραφές, αγγίγματα, μιλιές.
Μια ροή.
Λες και χύνεσαι, κορμί παραδομένο, σ' έναν έρωτα απελπισμένο σχεδόν, με τη ζωή. Στα πολλά της πρόσωπα.
Μα πιο πολύ, σ' εκείνο που απ' τους πολλούς, το'χει κρυμμένο.
Σωκράτη
Σ' ευχαριστώ πολύ. Τα λόγια σου πάντοτε βάλσαμο και παρηγοριά.
Καπετάνισσα
Με εκπλήσσεις...
Υποκλίνομαι!!!!!!!!!!!!!!
left, πέρασα τυχαία (κοίτα κάτι περίεργα πράγματα, μια ανάσα δρόμος μας χωρίζει και συναντιόμαστε δορυφορικά. Εκστασιάστηκα και θέλω το χρόνο μου, για να σε μελετήσω τις ηλιόλουστες μέρες κατω από τη σκιά του Παλαμηδιού.
Φίλε Λευτέρη,
μια και ρωτάς, θα σου απντήσω. Κείμενά μου για αρκετό και καιρό δεν θα ανεβάζω. Σκέφτομαι να ανεβάζω κείμενα άλλων...
Την καλησπέρα μου, φίλε καλέ.
Βολκώφ
Post a Comment