Το προϊόν που μαζί με τη σταφίδα αποτέλεσε τη βάση της ελληνικής αγροτικής αλλά και ολόκληρης σχεδόν της οικονομίας μας μαζί και το καμάρι της ελληνικής παραγωγής είναι το λάδι. Το λάδι που ενώνεται με το κορμί και την ψυχή από τη βρεφική μας κιόλας ηλικία και βαδίζει μαζί μας. Από το λάδι του νονού μας, από το μουρουνέλαιο και το ρετσινόλαδο που πίναμε μικροί κι από το ελαιόλαδον το αφροδισιακόν -εξ ού και η γνωστή παροιμία "φάε λάδι κι έλα βράδυ"- μέχρι το λάδι που μας συντροφεύει στο φαγητό –μαγειρεμένο ή στη σαλάτα- αγνό πάντοτε και μπόλικο. Κι αυτό το ίδιο λάδι αποτελούσε συγχρόνως φάρμακο για κάθε πληγή κι αρρώστια. Οποιαδήποτε δερματοπάθεια γιατρευόταν από τις παλιές μανάδες με λάδι. Αλλά και για τα εντερικά, για τα μαλλιά και για το μάτι, το λάδι ήταν θαυματουργό. Μήπως και το φως στο καντήλι που μας κρατούσε συντροφιά και φώτιζε μια σταλίτσα τα σκοτάδια μας ενώ από την άλλη μεριά μάς ένωνε με μια μυστική κλωστή που έφτανε στο μακρινό και απρόσιτο, αυτό που άλλοι το λεν Θεό κι άλλη μοίρα, τύχη ή γραμμένο, αυτό το φως στο καντήλι το λάδι δεν το συντηρούσε;Και το λάδι συνέχισε στην Ελλάδα -και μου φαίνεται πως αυτές οι δυο λέξεις πρέπει να πηγαίνουν πά
ντα μαζί, άλλωστε ταιριάζουν τόσο ηχητικά, λάδι και Ελλάδα- συνέχισε, λοιπόν, την ένδοξη πορεία του. Και σήμερα ακόμη, σημαντικές οι μέρες στο χρόνο για κάθε ιδιοκτήτη ελαιόδεντρων, αγρότη ή δημόσιο υπάλληλο -μια και πάνω από τους μισούς Έλληνες έχουμε κάπου κάποια ελιά- είναι οι μέρες του μαζέματος του ελαιοκάρπου. Με το πρώτο φως της μέρας, αγρότες πάνω στα τρακτέρ εξοπλισμένοι με δίχτυα και με χτένες αλλά και άλλοι, που κανονικά τη βδομάδα τους την περνούν πίσω από γραφεία ή γκισέ, ξεκινούν για το άγιο μάζεμα.Και πόσο απογοητευόμαστε, όταν στα ταξίδια μας στη βόρεια Ευρώπη, στους πολιτισμένους εταίρους μας, δε βρίσκουμε στις σαλάτες και στα φαγητά τους λάδι, όπως δε συναντάμε και στα καταπράσινα βουνά τους λιόδεντρα. Βλέπετε, η κουζίνα η δική μας στηρίζεται σ’ αυτό, στο λάδι, ενώ η δική τους στο βούτυρο και στο λίπος. Οι βόρειες χώρες του λίπους και του βουτύρου από τη μια, και οι δικές μας, της Μεσογείου οι χώρες, οι πατρίδες της
ελιάς και του λαδιού. Γι’ αυτό το λόγο και οι βόρειοι, μεγαλωμένοι με βούτυρο, έχουν αυτά τα όμορφα βουτυράτα πρόσωπα με τις κατακόκκινες έτοιμες να εκραγούν παρειές, ενώ εμείς τα σκληροτράχηλα και χαρακωμένα μάγουλα του λαδιού. Σαν τις χαρακωτές ελιές κι αυτά. Γι’ αυτό κι εκείνοι έχουν τις καρδιές σφιχτές και φραγμένες από το λίπος, ενώ οι δικές μας, καλοσυνάτες και πρόσχαρες, σγουρές και παιχνιδιάρες σαν ασημένιο φύλλο λιόδεντρου. Αλλά και τα μυαλά τους γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο είναι πάντα καλογρασσαρισμένα από το λίπος, ενώ τα δικά μας μερικές φορές ντεραπάρουν σαν φορτηγό σε στροφή που πατάει λάδια.Μα και για έναν ακόμη λόγο εμείς οι Έλληνες θα πρέπει να είμαστε περήφανοι για το λάδι μας. Γιατί μας είναι αναγκαίο ακόμη και στις καθημερινές δοσοληψίες μας, τα σχετικά λαδώματα εννοώ. Κι εκεί που το λίπος το Ευρωπαϊκό γλιστράει και δεν μπορεί κάποιος να του έχει απόλυτη εμπιστοσύνη, το δικό μας το λάδι κάνει τη δουλειά του σωστά. Με το κατάλληλο λάδωμα ανοίγουν εδώ στην Ελλάδα οι πόρτες, όποιες πόρτες θέλει ο καθένας μας ν’ ανοίξει. Άλλες χρειάζονται πολύ κι άλλες λιγότερο λάδωμα. Η πόρτα έτσι κι αλλιώς θ’ ανοίξει. Είναι απλώς θέμα ποσότητας, γιατί η ποιότητα του ελληνικού λαδιού, άρα και του λαδώματος, είναι εξασφαλισμένη. Άλλοι με δυο ντενεκέδες λάδι τέλειωσαν το δημοτικό, ενώ άλλοι πήραν πτυχίο πανεπιστημίου. Άλλοι με ένα απλό λάδωμα βρήκαν θέση ζηλευτή στο ελληνικό δημόσιο κι από κει, υπολογίζοντας καθημερινά -τρεις το λάδι τρεις το ξύδι τρεις και το λαδόξυδο- έβγαλαν κι από
την πέτρα λάδι και μεγαλούργησαν. Κι αυτό, το κατακαημένο κι αφερέγγυο ελληνικό δημόσιο γι’ αυτό το λόγο, κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες, δυσκολίες και εμπόδια, με πληθώρα υπαλλήλων που σκοντάφτουν ο ένας πάνω στον άλλο, που δε βρίσκουν ελεύθερη καρέκλα να καθίσουν, γι’ αυτό το λόγο το ανυπόληπτο ελληνικό δημόσιο λειτουργεί τόσα χρόνια και δε βάρεσε ακόμη διάλυση. Γιατί είναι μια μηχανή κι οι μηχανές δουλεύουνε καλά, όταν λαδώνονται συχνά. Κι από λάδι, δόξα στο Μεγαλοδύναμο.Κι αν μ’ όλα αυτά σας έβγαλα το λάδι, συγχωρέστε με. Αναφέρθηκα σ’ ένα ζήτημα λεπτό και ραφινάτο. Πιστεύω να μην έριξα λάδι στη φωτιά, αλλά ούτε κι εγώ να βγήκα λάδι.





















