Η σοφία του λαού μάς έχει πλουτίσει μ’ ένα σωρό παροιμίες ικανές ν’ αντιμετωπίσουν και να σχολιάσουν κάθε περίπτωση. Αυτού του λαού που δε διστάζει και δεν ντρέπεται να φτιάξει απόφθεγμα την πιο μικρή του πίκρα αλλά και την πιο μεγάλη του χαρά, την αμυδρότερη ελπίδα αλλά και την πιο σφοδρή του επιθυμία. Κι η επιθυμία του -ηλίου φαεινότερον- σ’ αυτό τον άνυδρο τόπο, άνυδρο από κάθε άποψη, είναι η βροχή, το νερό.
Τα τελευταία τριάντα χρόνια βλέπαμε, άλλοι με συγκατάβαση, άλλοι με αδιαφορία, αλλά όλοι χωρίς να μπορούμε να εκτιμήσουμε σωστά το πρόβλημα, τη στάθμη των νερών να κατεβαίνει. Όλον αυτό τον καιρό ούτε τους υπεύθυνους αναζητήσαμε ούτε κι ενδιαφερθήκαμε για τον εμπλουτισμό των υπόγειων στρωμάτων. Πρόσφατα άρχισαν να μας ζώνουν τα φίδια, οι νεροφίδες. Τότε καταλάβαμε πια ότι το νερό είναι σαν το στάνταρ στο στοίχημα: όσο περισσότερο το ζητάς τόσο αυτό σου ξεφεύγει και σ’ αφήνει στην ξεραΐλα, όσο περισσότερο καμαρώνεις και κομπορρημονείς ότι το έχεις σίγουρο, τόσο αυτό σου γλιστρά σα νερό μέσα απ’ τα δάχτυλα και σ’ αφήνει ξερό. Κι αυτή η ξεραΐλα, η ξηρότης τόπων κι ανθρώπων, παρελαύνει καθημερινά στα σαλόνια των εφημερίδων και των τηλεοπτικών σταθμών: άνυδρες συνεντεύξεις, άδροσες απαντήσεις σε ερωτήσεις διψαλέες, αποξηραμένες και στεγνές αναλύσεις εκεί όπου θα χρειαζόταν όχι απλώς ραντισμός και νότισμα, αλλά εμποτισμός και κατάβρεγμα. Καταλαβαίνουμε πια: όσο πιο πολύ θέλεις το νερό -έστω και υφάλμυρο-, τόσο πιο βαθιά πρέπει να σκάψεις. Το ζήτημα είναι πού θα σκάψεις! Ποιος είναι ο τόπος ο χλωρός που' χει στις φλέβες του ακόμη ρέον το αίμα της γης και της ζωής! Σ’ αυτό το εναγώνιο ερώτημα απαντούν οι σύγχρονοι Τειρεσίες, οι υδροσκόποι και οι υδροφάντες, οι ραβδοφάντες και οι ραβδοσκόποι. Πολλές ονομασίες –υπάρχουν κι άλλες- για το ίδιο ακριβώς πράγμα. Οι μέρες μας, βέβαια, έχουν να επιδείξουν πολλούς τέτοιους ραβδοφάντες και ιεροφάντες, οι οποίοι προσπαθούν με κάθε τρόπο να μας φέρουν με τα νερά τους. Κι όλοι ανεξαιρέτως γνωρίζουν πού βρίσκεται το υδατόστρωμα. Μας υπόσχεται ο καθένας τους να μας ανοίξει τους κρουνούς τ’ ουρανού αρκεί να τον...επιλέξουμε, να του αναθέσουμε εν λευκώ και αυτοδύναμα την εργολαβία της ύδρευσής μας. Οι υδραυλικοί του δημοσίου συμφέροντος είναι έτοιμοι να συνεχίσουν να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους. Με λίγα λόγια, δέχονται να μας εξυπηρετήσουν και να μας υπηρετήσουν κάνοντάς τα, όπως και στο παρελθόν, όλα μούσκεμα. Το ερώτημα τώρα που προβάλλει αμείλικτο σ’ όλους εμάς, που δεν είμαστε υδραυλικοί ούτε καν αυλικοί, χωρίς όμως αυτό να μας εμποδίζει να νοιαζόμαστε πολύ για το δημόσιο συμφέρον, είναι αν θα συνεχίσουμε να παίζουμε το ρόλο του νεροκουβαλητή. Αν θα ρίξουμε για άλλη μια φορά νερό στο κρασί μας και, χάνοντας τα νερά μας, δώσουμε κι άλλες ευκαιρίες σε καπετάνιους του γλυκού νερού ν’ αποφασίζουν πριν από μας για μας. Σήμερα που το καράβι άρχισε να μπάζει νερά από παντού. Σήμερα που αντιληφθήκαμε επιτέλους ότι η συνεχής τα τελευταία χρόνια υδροληψία εξάντλησε και τα τελευταία αποθέματα των βαθύτερων στρωμάτων με αποτέλεσμα να στραγγίξουμε οικονομικά, να αφυδατωθούμε πολιτιστικά και να σουρώσουμε πολιτικά. Με τέτοια αυχμηρότητα και λειψυδρία, με τέτοιο ιδεολογικό στέρεμα και ξήρανση, χρειάζεται μια γερή νεροποντή, μια κατεβασιά, ένας κατακλυσμός όχι μόνο για να μας ποτίσει και να μας μουλιάσει, αλλά και για να μας ξεπλύνει.
Τα τελευταία τριάντα χρόνια βλέπαμε, άλλοι με συγκατάβαση, άλλοι με αδιαφορία, αλλά όλοι χωρίς να μπορούμε να εκτιμήσουμε σωστά το πρόβλημα, τη στάθμη των νερών να κατεβαίνει. Όλον αυτό τον καιρό ούτε τους υπεύθυνους αναζητήσαμε ούτε κι ενδιαφερθήκαμε για τον εμπλουτισμό των υπόγειων στρωμάτων. Πρόσφατα άρχισαν να μας ζώνουν τα φίδια, οι νεροφίδες. Τότε καταλάβαμε πια ότι το νερό είναι σαν το στάνταρ στο στοίχημα: όσο περισσότερο το ζητάς τόσο αυτό σου ξεφεύγει και σ’ αφήνει στην ξεραΐλα, όσο περισσότερο καμαρώνεις και κομπορρημονείς ότι το έχεις σίγουρο, τόσο αυτό σου γλιστρά σα νερό μέσα απ’ τα δάχτυλα και σ’ αφήνει ξερό. Κι αυτή η ξεραΐλα, η ξηρότης τόπων κι ανθρώπων, παρελαύνει καθημερινά στα σαλόνια των εφημερίδων και των τηλεοπτικών σταθμών: άνυδρες συνεντεύξεις, άδροσες απαντήσεις σε ερωτήσεις διψαλέες, αποξηραμένες και στεγνές αναλύσεις εκεί όπου θα χρειαζόταν όχι απλώς ραντισμός και νότισμα, αλλά εμποτισμός και κατάβρεγμα. Καταλαβαίνουμε πια: όσο πιο πολύ θέλεις το νερό -έστω και υφάλμυρο-, τόσο πιο βαθιά πρέπει να σκάψεις. Το ζήτημα είναι πού θα σκάψεις! Ποιος είναι ο τόπος ο χλωρός που' χει στις φλέβες του ακόμη ρέον το αίμα της γης και της ζωής! Σ’ αυτό το εναγώνιο ερώτημα απαντούν οι σύγχρονοι Τειρεσίες, οι υδροσκόποι και οι υδροφάντες, οι ραβδοφάντες και οι ραβδοσκόποι. Πολλές ονομασίες –υπάρχουν κι άλλες- για το ίδιο ακριβώς πράγμα. Οι μέρες μας, βέβαια, έχουν να επιδείξουν πολλούς τέτοιους ραβδοφάντες και ιεροφάντες, οι οποίοι προσπαθούν με κάθε τρόπο να μας φέρουν με τα νερά τους. Κι όλοι ανεξαιρέτως γνωρίζουν πού βρίσκεται το υδατόστρωμα. Μας υπόσχεται ο καθένας τους να μας ανοίξει τους κρουνούς τ’ ουρανού αρκεί να τον...επιλέξουμε, να του αναθέσουμε εν λευκώ και αυτοδύναμα την εργολαβία της ύδρευσής μας. Οι υδραυλικοί του δημοσίου συμφέροντος είναι έτοιμοι να συνεχίσουν να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους. Με λίγα λόγια, δέχονται να μας εξυπηρετήσουν και να μας υπηρετήσουν κάνοντάς τα, όπως και στο παρελθόν, όλα μούσκεμα. Το ερώτημα τώρα που προβάλλει αμείλικτο σ’ όλους εμάς, που δεν είμαστε υδραυλικοί ούτε καν αυλικοί, χωρίς όμως αυτό να μας εμποδίζει να νοιαζόμαστε πολύ για το δημόσιο συμφέρον, είναι αν θα συνεχίσουμε να παίζουμε το ρόλο του νεροκουβαλητή. Αν θα ρίξουμε για άλλη μια φορά νερό στο κρασί μας και, χάνοντας τα νερά μας, δώσουμε κι άλλες ευκαιρίες σε καπετάνιους του γλυκού νερού ν’ αποφασίζουν πριν από μας για μας. Σήμερα που το καράβι άρχισε να μπάζει νερά από παντού. Σήμερα που αντιληφθήκαμε επιτέλους ότι η συνεχής τα τελευταία χρόνια υδροληψία εξάντλησε και τα τελευταία αποθέματα των βαθύτερων στρωμάτων με αποτέλεσμα να στραγγίξουμε οικονομικά, να αφυδατωθούμε πολιτιστικά και να σουρώσουμε πολιτικά. Με τέτοια αυχμηρότητα και λειψυδρία, με τέτοιο ιδεολογικό στέρεμα και ξήρανση, χρειάζεται μια γερή νεροποντή, μια κατεβασιά, ένας κατακλυσμός όχι μόνο για να μας ποτίσει και να μας μουλιάσει, αλλά και για να μας ξεπλύνει.
Ο Μάρτης δυστυχώς δε φαίνεται να πληροί τις προδιαγραφές του: ούτε καταιγίδα και καρεκλοπόδαρα, ούτε ψιλή ποτιστική, τοπική κι ευγενική βροχούλα. Ήρθε με λιακάδες. Αναβροχιά χωρίς χαλάζι. Κι επειδή Ο Απρίλης που ακολουθεί είναι ο μήνας ο σκληρός που γεννά πασχαλιές μέσ’ από τη νεκρή γη, για καλό και για κακό από αυτό το Μάρτη αρχίστε να μαζεύετε νερό. «Το μέλλον μας έχει πολύ ξηρασία».
13 comments:
"Άνυδρα χρόνια εμπρός;"...
Εξαιρετικό κείμενο! Όλοι αυτή την καταιγίδα που θ' αναζωογονήσει πασχαλιές περιμένουμε. Ξέροντας βέβαια πως οι καταιγίδες χρειάζονται τον ανάλογο χειρισμό. Όχι να την κοιτάμε από μακριά, πίσω απ' το τζάμι της θαλπωρής μας, ούτε καν να ριχτούμε μέσα της με αδιάβροχα κι ομπρέλες, μα ολόγυμνοι να την αφήσουμε να μας ξεπλύνει για να γεννηθούμε ολοκαίνουριοι!
"η"
scalidi
Έτσι λέει ο προφήτης-ποιητής Κατσαρός ο επονομαζόμενος και Μισέλ.
"η"
Υπέροχο. Αυτό ακριβώς εννοώ. Σ' ευχαριστώ εκ βάθους.
Φτανει ενα ασπροκόκκινο βραχιολάκι...
αξιότιμε κύριε είπατε πως θα κάνετε post όταν γράψετε κάτι καλό... Συγνώμη! Αυτό δεν είναι καλό!
Είναι πάρα πολύ καλό!
:-)
(Δε σε λένε Μαρία)
Ναι, ο Μάρτης. Λες τελικά αυτό να είναι η λύση;
pythia
Όπως πάντα ευγενική και μεγαλόψυχη.
αλήθεια; δεν είναι ο μόνος, πριν τρία χρόνια το έγραφε και το πίστευε μία ηλίθια ρομαντική και της το έκλεψα...
Ευτυχώς, δεν έχουν λείψει ολότελα τούτα τα καλά γραφτά, να ξεδιψάμε...
el-bard said:"Σ’ αυτό το εναγώνιο ερώτημα απαντούν οι σύγχρονοι Τειρεσίες..."
Με φώναξε κανείς;....
Να 'σαι καλά,Λευτέρη!
Λεφτέρη, ξεκινάς με παροιμία αλλά την αφήνεις στη μέση και ο αναγνώστης μπορεί να αναρωτιέται για τη συνέχεια. Την παροιμία αυτή μου την είπε ο πατέρας μου, γεωργός, όταν μου έδινε πληροφορίες για το βιβλίο που έγραψα για το χωριό μου. Η συνέχεια λοιπόν είναι "... κι ο Απρίλης άλλο ένα, χαρά σ' εκείνο το ζευγά που 'χει πολλά σπαρμένα".
Εκτός από το πολύ καλό κείμενο, με εντυπωσίασαν και οι φωτογραφίες. Δικές σας; Ολοζώντανες πάντως. Ας περιμένουμε τον Απρίλη κι ας ευχηθούμε να είναι υδάτινος. Καλώς σας βρήκα
Ο Μιχάλης Κατσαρός, Σταυρούλα, ένας από τους πραγματικά μεγάλους μας ποιητές, αιώνιος περιπατής της πόλης των ξένων, ειδικά των διαδρομών Μοναστηράκι-Κυψέλη-Παγκράτι.
Τειρεσία
Καλά άκουσες, εσένα φωνάζουμε.
dodos
Αχ, γράφουμε στο χαρτί "ψωμί, τυρί" και τρώμε το χαρτί.
Μπάμπη,
Καλά κάνεις και μας θυμίζεις ολόκληρη την παροιμία.
vasilikipoems
Καλώς ήρθες!
Οι φωτογραφίες του ποστ είναι δικές μου. Πάντα ανοιχτή η πόρτα για απόψεις, σχόλια, σκέψεις. Ο Μ.Κ. γράφει ακριβώς:
"Μην αμελήσετε, πάρτε μαζί σας νερό. Το μέλλον μας έχει πολλή ξηρασία". ΑΠίθανος.
Μετά από τέτοιο "τρέξιμο" στον περσινό Μάιο, το χρειάζομαι το ύδωρ πια...Έτσι και βρέξει απόψε θα σε θεωρήσω υπεύθυνο.
Post a Comment