Wednesday, December 30, 2009

Μαρτυρικό

Βρέθηκα χτες στο μαρτυρικό (έτσι το λέει η πινακίδα στον παλιό δρόμο Ιωαννίνων-Μετσόβου) χωριό των Λυγκιάδων. “Γιατί μαρτυρικό;”, αναρωτιόμουν μέχρι να φτάσω στα πρώτα σπίτια. Αλλά στην πλατεία, η απορία μου λύθηκε. Είδα στο ηρώον (έτσι το λέμε ακόμη) την αναφορά στη μαζική δολοφονία των κατοίκων του από τους Γερμανούς ναζί την αποφράδα μέρα της 3ης Οκτωβρίου 1943. Δε μέτρησα πόσους δολοφόνησαν. Στάθηκα μόνο και μέτρησα ενεός 37 (τριάντα επτά!) παιδιά από 11 χρόνων και κάτω. Παιδιά από 4 μηνών μέχρι 11 χρόνων (το ξαναγράφω) τριάντα επτά. Μαρτυρικό χωριό.
Το απόγευμα διάβασα και μια είδηση στο νετ. Στην άρνησή του για παροχή οικονομικής βοήθειας στην Ελλάδα από τις χώρες της ΕΕ επιμένει ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Μια τέτοια επιλογή θα αποτελούσε «κακώς εννοούμενη αλληλεγγύη», λέει χαρακτηριστικά.
«Θα ήταν κακώς εννοούμενη αλληλεγγύη, αν στηρίζαμε την Ελλάδα μέσω οικονομικής βοήθειας», είπε ο Σόιμπλε σε προδημοσίευση συνέντευξης στην γερμανική εφημερίδα «Boersen Zeitung», όπως αναφέρει το Reuters. Μάλιστα. Μπορεί από οικονομική άποψη να έχει ή να μην έχει δίκιο ο κύριος Σόιμπλε. Δεν μπορώ εγώ να το πω. Δεν μπορεί όμως ο νους μου να μην πάει στους μαρτυρικούς Λυγκιάδες και να σκεφτεί ότι ο κύριος Σόιμπλε καλό θα ήταν να άφηνε κάποιον άλλο από την ΕΕ να πει αυτά που ο ίδιος σπεύδει και λέει. Κάποιον άλλον. Όχι Γερμανό.
Ίσως γιατί ενδέχεται ο κύριος Σόιμπλε να είναι τέκνο ή εγγονός δολοφόνων. Μπορεί. Δεν το ξέρω. Αλλά και τέκνο ή εγγονός δολοφόνων των μαρτυρικών Λυγκιάδων να μην είναι, είναι ο τελευταίος που θα μπορούσε ή που θα έπρεπε να μιλήσει. Μάλλον σ' αυτόν ταιριάζει το ρητόν “δεν δικαιούται για να ομιλεί”. Ή όπως λέει το άλλο ελληνικότατο ρητόν πιο εύγλωττα: “Σκάσε και κάνε την πάπια”. Την πάπια! Όχι τον Γερμανό. Ακούς, ρε Σόιμπλε. Μη σηκωθεί το αβάφτιστο από τον τάφο του -εξήντα έξι χρόνων θα ήταν σήμερα- και σε φτύσει κατάμουτρα.

Tuesday, July 07, 2009

Άλλος για Μυτιλήνη;

- Να θυμηθούμε να πάρουμε μπουφάν μαζί μας. Και μερικές ζακέτες.
- Γιατί; Στη Μυτιλήνη πάμε, δεν πάμε στην Ισλανδία. 37 βαθμούς και θα σκάει ο τζίτζικας.
- Μυτιλήνη-ξεμυτιλήνη, τα βράδια θα κάνει ψύχρα. Από το να τρέχουμε να ψάχνουμε εκεί, καλύτερα να πάμε οργανωμένοι.
Μάλιστα. Βάλε, λοιπόν, κι ένα σακ βουαγιάζ με χοντρά. Κι άλλο ένα με παπούτσια, σαγιονάρες, πέδιλα, αθλητικά. Κι άλλο ένα με τα μπανιερά. Κι άλλο ένα με βατραχοπέδιλα, ψαροντούφεκα, καλάμια και λοιπά είδη ψαρικής. Και βέβαια, δυο σακ βουαγιάζ, ένα με τα ρούχα τα δικά μου κι ένα με τα δικά της. Μας κάνουν σύνολο έξι. Επί δύο, μια και από μια τα ίδια θα έχουν κι ο Νίκος με την Αθηνά, σύνολο δώδεκα. Τις καρέκλες της παραλίας δε θα τις πάρουμε μαζί μας; Ασφαλώς. Την ομπρέλα; Το συζητάς; Καρέκλες και ομπρέλα εκεί θα κοστίζουν 35 ευρώ την ημέρα. Τέσσερις καρέκλες, λοιπόν, και δύο ομπρέλες. Λάπ τοπ; Θα το πάρουμε, μπορεί να μας κατέβει καμιά ιδέα. Τα σχετικά με τη ζωγραφική του Νίκου; Βέβαια, κι αυτά. Ηλιοβασιλέματα στο Μόλυβο, πρωινά, η Πέτρα απέναντι, όλα αυτά εμπνέουν. Ή όχι; Και την τσάντα με τα φωτογραφικά και το τρίποδο. Κι ένα βαλιτσάκι με τα φάρμακα; Γίνεται χωρίς φάρμακα; Από απλές ασπιρίνες, ντεπόν, πονστάν και λοιπά αναλγητικά, μέχρι το σολουρίκ, το Τ4, τα πάρσιαλ, τα ελκοστόπ, τα βιαρτρίλ, τις δραμαμίνες, τις κολχικίνες, τα ιντεράλ, την κρέμα τη βολταρέν μήπως μας πιάσει καμιά μέση, τα ζανάξ -άνθρωποι είμαστε, μπορεί να αγχωθούμε, τα χάπια της πίεσης, της χοληστερίνης... Στοπ, δεν έχουμε πίεση ούτε χοληστερίνη, ακόμη εννοώ. Δεν έχουμε, αλλά ας είμαστε έτοιμοι, δεν ξέρεις τι γίνεται, μπορεί να χρειαστούν. Έξω θα τρώμε καθημερινά, ψητά και σουβλιστά, ε, στην ηλικία μας... Μάλιστα. Κι όλα τα άλλα για τα τσιμπήματα, για τα εξανθήματα, Α, να μην ξεχάσουμε και τα βέρτιγκο βόμεξ, μπορεί να μας πιάσει κάνας ίλιγγος. Και τα νιφλαμόλ για τα δόντια, τέτοιες στιγμές σε πιάνουν πονόδοντοι. Μάλιστα. Κι άλλο ένα βαλιτσάκι με φάρμακα για τον Νίκο, μας κάνουν... Δε θυμάμαι, έχασα το λογαριασμό. Να δούμε πώς θα χωρέσουμε στο αυτοκίνητο. ΄Εχουμε μεγάλο πορτ μπαγκάζ. Μεγάλο, ναι, δε λέω για τα πράγματα, αυτά θα χωρέσουν. Εμείς δε θα χωρέσουμε. Λέω να τα στείλουμε με φορτωτική και να μας περιμένουν έξω από το ξενοδοχείο.
- Για Μυτιλήνη, λοιπόν, ε;
- Ναι.
- Μπράβο, μπράβο. Είναι υπέροχα. Να πάτε στον Άγιο Ραφαήλ. Τον ξέρεις τον Άγιο Ραφαήλ.
- Όχι, δεν τον ξέρω. Τον μόνο άγιο που ξέρω εκεί είναι...
- Να πας να δεις την ηγουμένη και τα έργα της.
- Όχι, θα πάω να δω τα έργα του άλλου αγίου.
- Ποιου αγίου;
- Του αγίου Θεόφιλου του Χατζημιχαήλ.
- Ποιος είναι αυτός; Καινούργιος; Δεν τον έχω ακουστά.
Εγώ θα πάω να δω αυτόν τον καινούργιο, τον ετοιμόρροπο άγιο, τον αλαφροίσκιωτο και φοβισμένο, τον δικό μου άγιο, τον άγιο των χρωμάτων. Θα ψάξω και για κανένα ίχνος του άλλου, του Βενιαμίν του Λέσβιου.
Γι' αυτούς πάω στην Λέσβο. Αν χωρέσω, τελικά.

Monday, May 11, 2009

Για τη Σ.Σ.

"Το πήρα". Μ' αυτές τις δυο λέξεις μού ανακοίνωσε τη βράβευσή της.
Και μπορώ να πω πως δε χάρηκα απλώς. Πανηγύρισα. Περισσότερο από κείνην, είμαι σίγουρος.
Και το καταλαβαίνω. Όταν είσαι σεμνός -με ό,τι αυτή η ρημάδα η ξεχασμένη λέξη σημαίνει- δεν πανηγυρίζεις με τη δική σου επιτυχία. Φοβάσαι μήπως ξεπεράσεις τα μέτρα, νιώθεις μια διαφορετική γλύκα και μια πληρότητα άλλης υφής για να πανηγυρίσεις.
Εγώ όμως ελεύθερα το πανηγύρισα. Έβαλα κι ένα ποτό και κέρασα τον εαυτό μου.
Γιατί; Επειδή μήπως είναι φίλη μου; Επειδή πίστευα στο κείμενό της; Επειδή θεωρώ ότι τα γραφατά της αξίζουν γενικώς;
Για όλα αυτά, ασφαλώς.
Αλλά -κυρίως- επειδή μ' αρέσουν οι δρόμοι. Της στεριάς, της θάλασσας, των κειμένων. Οι υπόγειοι και οι κρυφοί. Όχι οι άλλοι, οι ολοφάνεροι κι οι φωτισμένοι με τις αμέτρητες πολύχρωμες διαφημίσεις, με τα στολισμένα μαγαζιά που σε προσκαλούν να περάσεις το κατώφλι τους, να μπεις μέσα μπας και βρεις στα ράφια τους κάποια απαστράπτουσα κούκλα ζαχαρίνη να σε βοηθήσει να ξεπεράσεις κι αυτή τη δύσκολη νύχτα.
Οι πονεμένοι δρόμοι της στεριάς μ' αρέσουν, οι κακοτράχαλοι, που ματώνουν τα πόδια σου. Και οι άλλοι, κάτω από την επιφάνεια, όπου πρέπει να κρατάς την ανάσα σου κι όσο αντέξεις. Αυτοί κι όχι οι γνωστοί, που, αν τους βαδίσεις, το πολύ-πολύ να σε πιάσει η μεσούλα σου από τις πολλές υποκλίσεις, τα γονατάκια σου από τα συνεχή γονατίσματα κι η γλώσσα σου από τα αλλεπάλληλα γλυψίματα.
Ναι, μ' αρέσουν οι δρόμοι που θα σε βρομίσουν από την ανθρώπινη πίκρα, που οι λέξεις τους θα σκίσουν το καινούργιο σου φορεματάκι, που οι "κρίσεις" των σαρκοβόρων θα τρυπήσουν τις παλάμες σου. 
Μόνο τότε, μ' αυτά τα χέρια θα μπορέσεις ν' ανοίξεις τα τετράδια σου για να αφήσεις ίχνη.
Κι αυτούς τους δρόμους ή τους παίρνεις από την αρχή και τους περπατάς παραδέρνοντας και χτυπώντας δεξιά κι αριστερά στα ρείθρα, στις μπάρες , στις μάντρες και σε όποια εμπόδια η υποκρισία, ο ψευτοεγωισμός κι η αμετροέπεια των γύρω σου στήνουν εμπρός σου, ή δεν τους παίρνεις ποτέ και βαδίζεις μη γνωρίζοντας -ο καημένος- ότι παραμένεις αναπότρεπτα στάσιμος. Εκεί, στη συμβολή των χειμάρρων χωρίς να βρέχεις τα πόδια σου.
Γι' αυτό πανηγύρισα, Σταυρούλα.
Για τη διαδρομή -αυθόρμητη ή προκαθορισμένη, το ίδιο κάνει- που μόλις ξεκίνησες.

Tuesday, May 05, 2009

Δεν

Στο χωριό υπάρχουν δύο εκκλησίες. Τώρα άρχισαν να χτίζουν και μια τρίτη, καινούργια εκκλησία. Μεγάλη. Ρίξανε τα μπετά. Το οικοδόμημα προβλέπεται να γίνει τεράστιο και λαμπρό.

Στο χωριό πάρχει και σχολείο. Δημοτικό. Τετραθέσιο. Το σχολείο μετά από πολλές ενέργειες ετών κατάφερε να πάρει και μια λυόμενη αίθουσα, για να τρώνε εκεί τα παιδιά και όχι να γεμίζουν ψίχουλα τα θρανία τους. Το σχολείο, βλέπετε, είναι ολοήμερο και τα παιδιά γευματίζουν εκεί.

Η εκκλησία διενεργεί εράνους. Πρώτα έκανε έρανο για τις αγιογραφίες στην κεντρική εκκλησία, τώρα για το χτίσιμο της καινούργιας. Κάνει εράνους και για το ραδιοφωνικό της σταθμό στην πρωτεύουσα. Η αγιογράφηση της παλιάς εκκλησίας κρατάει χρόνια και θα κρατήσει πολλά ακόμα. Πρέπει, λένε, να αγιογραφηθεί όλη, να μη μείνει εκατοστό χωρίς χρώμα. Αλλά, να μη γελιόμαστε: και η παλιά εκκλησία, καινούργια είναι.

Δεν μπορώ να φανταστώ πόσα χρήματα θα έχουν φύγει μέχρι τώρα ούτε πόσα θα φύγουν ακόμα για την καινούργια.

Το δημοτικό, ολοήμερο, μόλις και κατάφερε να πάρει ένα λυόμενο για τραπεζαρία. Το είπαμε. Προσπαθεί να αγοράσει και λίγα μέτρα από διπλανό οικόπεδο. Ο ιδιοκτήτης το πουλάει, αλλά λεφτά δεν υπάρχουν ούτε στον ευρύτερο δήμο ούτε αλλού. Έτσι, λίγο να μεγάλωνε και το προαύλιο. Αλλά δεν...

Σκέφτομαι τον Κοραή. Τον Διαμαντή. Και τον Παπατρέχα του. Αλλά δεν.   

Tuesday, April 21, 2009

Επετειακό 2

Γελώ σήμερα, 21η Απριλίου 2009. Γελώ που βλέπω στην οθόνη της τηλεόρασης να παρελαύνουν διάφοροι και να μιλούν για τη δικτατορία. Όλοι έχουν γίνει αντιστασιακοί σαράντα τρία ολόκληρα χρόνια μετά. Και μιλούν για τις αντιστασιακές τους πράξεις. Ο Τάδε είχε μακριά μαλλιά κι ο αστυνομικός, εφόσον μακριά μαλλιά και νομιμότητα ήταν ασύμβατα, του πήρε την ταυτότητα. Του την έδωσε αργότερα στο τμήμα, όταν ο Τάδε πήγε νομοταγής και κοντοκουρεμένος. Ο Δείνα φορούσε λαχανί πετσετέ κάλτσες και τις επεδείκνυε μισοξαπλωμένος στη θέση του λεωφορείου μπροστά στα μάτια άλλου αστυνομικού. Άλλος φώναζε το φίλο του Θοδωράκη κι όταν ο αστυνομικός -πάντοτε παρόντες τότε ο αστυνομικοί- τον τσάκωσε για εξακρίβωση στοιχείων, αυτόν και το φίλο του, διαπίστωσε ότι ο φίλος του λεγόταν όντως Θόδωρας. Βλέπετε οι περισσότεροι Μουστακλήδες έχουν προ πολλού αποδημήσει κι όσοι ζουν δε βγαίνουν πια στο γυαλί. Τα είπαν, τα ξανάπαν, δεν μπορούν και δε θέλουν πια άλλο. Άλλωστε ακούγοντας Χατζηγιάννη και Βέρτη σήμερα, την εποχή της απελπισίας, δεν μπορείς να μιλάς για αντίσταση.
Έτσι κι εγώ δεν έχω τίποτα να πω, τίποτα να προσθέσω. Πλην... πλην... α, ναι! Κάτι. Κάτι στη μνήμη. Αμυδρό. Η δικατορία μού στέρησε τον πρώτο μου πραγματικό έρωτα. Είχαμε δώσει ραντεβού, το 1973 πια, έξω από το Πολυτεχνείο. Νοέμβρης ήταν. Δεκάξι του Νοέμβρη. Πήχτρα ο κόσμος και πού να την βρω. Την έψαχνα όλη νύχτα.
Την βρήκα πολύ αργότερα, το Νοέμβρη του '74, στην πρώτη επέτειο του Πολυτεχνείου. Στην πορεία. Την είδα κάτω από ένα πανό. Σφιγμένες γροθιές. Ήταν με άλλον.