Friday, November 25, 2011

Εις την οδόν των Φιλελλήνων


Φιλέλλην θεωρείται (και έτσι ορίζεται η λέξη στο λεξικό) ο αγαπών τους Έλληνες. Είτε αυτός ο ίδιος είναι Έλλην είτε ξένος. Φιλέλληνας  μπορεί να είναι τόσο ένας ημεδαπός, λοιπόν, όσο και ένας αλλοδαπός. Και υπήρξεν εποχή κατά την οποία ευδοκιμούσαν και οι δυο αυτές ποικιλίες ανά την υφήλιον. Ήτο Ιούλιος. Υπήρχαν πολλοί γηγενείς που αγαπούσαν τους συμπατριώτες τους, όπως υπήρχαν και πολλοί Ευρωπαίοι, Αμερικανοί, Ταϊτιανοί που αγαπούσαν και αυτοί πολύ τους Έλληνες και την Ελλάδα. Ναι, ήτο Ιούλιος. Και ήταν μάλιστα τόσο ρομαντικοί που αρκετοί αποφάσιζαν να έρθουν εδώ, στο δικό μας χώρο, όχι για να θαυμάσουν το τοπίο, να ζήσουν τον ήλιο και τη θάλασσα, αλλά να πολεμήσουν στο πλευρό των αγαπημένων τους Ελλήνων. Ήταν η εποχή του ρομαντισμού; Ήταν το μεγαλείο της αρχαίας ελληνικής κληρονομιάς που οι μακρινοί εκείνοι είχαν γνωρίσει και θέλησαν να δώσουν, ως αντίτιμο για τα αρχαία δώρα, το αίμα τους για την ελευθερία των συγχρόνων τους Ελλήνων; Ήταν η δίψα για περιπέτεια; Δεν είχαν στον ήλιο μοίρα στη δική τους πατρίδα, οπότε τι είχαν και τι θα έχαναν ήταν το ίδιο και το αυτό και καβαλούσαν ένα πλοίο για να ’ρθουν στα μέρη μας; Πίστευαν ότι υπήρχε εδώ στάδιο λαμπρό για πλουτισμό και εξουσία; Έψαχναν να βρουν μια ταυτότητα και ένα λόγο ύπαρξης; Όλα αυτά ήταν κι άλλα που έχουν απαντηθεί από τους ιστοριογράφους. Όπως υπήρχαν και εντός ελληνικού χώρου ντόπιοι που αγαπούσαν την πατρίδα τους. Που ταμπουρώνονταν σ’ ένα Μεσολόγγι, ας πούμε, και μέσα στο χορό της φύσης και του φωτός, αυτοί έτρωγαν ποντίκια. Με δίπλα τους τον φόβο του θανάτου. Μα δεν παραδίδονταν σε Τούρκους ή Αιγύπτιους ή όπως αλλιώς λέγαν τότε τους εχθρούς και τους μισέλληνες.  Και μη φανταστούμε ότι αυτοί ήταν ήρωες και τέτοια ηχηρά! Όχι! Ήταν άνθρωποι κανονικοί, με τις αδυναμίες και τα ελαττώματά τους. Άλλος φιλοχρήματος, άλλος εγωπαθής και άλλος φίλαρχος, άλλος φίλερις και φατριαστής και πάει λέγοντας. Είχαν όμως ένα κοινό: ήταν φιλέλληνες.
Αυτά τότε. Τότε που και η Ντάπια του Μεσολογγιού και ο Μαραθών και οι Φαλλοί της Δήλου επάλλοντο σφύζοντες στο φως… Γιατί τώρα τα πράγματα έχουν αλλάξει άρδην. Τώρα βρίθουν οι μισέλληνες και εντός και εκτός Ελλάδας. Κι αν θέλει κανείς να ψάξει για να βρει μερικά δείγματα φιλελλήνων, και βάλει το χέρι του στο φιλιατρό του πηγαδιού προσπαθώντας να τους μετρήσει, θα μαζεύει ένα-ένα τα δάχτυλα μέχρι που με τον αντίχειρα, το δείκτη και τον μέσο που θα απομείνουν, απορημένος θα κάνει το σταυρό του σαν να ζητάει συχώρεση. Γιατί δε βρίσκει κανέναν. Γιατί περίσσεψαν τα λόγια και έλειψαν οι πράξεις που να αποδεικνύουν την ύπαρξη σημερινών φιλελλήνων. Κι όσο περισσότερο θα παιδεύεται να βρει έστω έναν, τόσο περισσότερο θα απογοητεύεται.
Ωραία εποχή αυτή! Που μπορείς να αγαπάς το αυτοκίνητό σου, τη γειτόνισσα, το καινούριο σου τζιν, τον ηθοποιό που σε κάνει να γελάς, το κινητό και το i-pad σου, αλλά πέραν αυτών δεν δίνεις διάρα τσακιστή γι’ αυτό που λέγεται πατρίδα. Και που κατάντησε να μοιάζει τώρα πια περισσότερο σαν μια παρτίδα χαμένη παρά σαν τόπος που σε γέννησε, σε γαλούχησε, σε προστάτευσε, σε μόρφωσε, σου χάρισε μια ταυτότητα, σου έδωσε –τέλος πάντων- αυτά τα λίγα που είχε να σου δώσει. Κι είναι –αλήθεια- κρίμα μέσα σ’ αυτό το φως να εξαϋλούται, να εξατμίζεται σχεδόν ολοσχερώς, να τήκεται υπό το ίσον φως η δόξα των Ελλήνων, που πρώτοι, θαρρώ, αυτοί, στον κόσμον εδώ κάτω, έκαμαν οίστρο της ζωής τον φόβο του θανάτου. 

* Η φωτογραφία είναι από το mlp.blogspot.com.  

Thursday, November 10, 2011

Νεοελληνική Ποίηση


Τα πράγματα στην Ενδοχώρα δεν πάνε καθόλου καλά. Είναι φανερό πια ότι έχουμε χάσει τους Προσανατολισμούς μας. Βαδίζουμε όλοι σαν τον Τυφλό με το Λύχνο. Κι ενώ ήμασταν έτοιμοι να πάρουμε την Στροφή, που δε θα μας οδηγούσε βέβαια Στην Κοιλάδα με τους Ροδώνες, αλλά -όσο να ’ναι- θα μας έβγαζε από Το Περιθώριο και θα σταματούσε το έντονο φλερτ με τον Τάφο, οι πολιτικοί μας για μια ακόμη φορά επέλεξαν την Ασάλευτη Ζωή. Κι όσο κι αν ο Αλαφροΐσκιωτος προσπαθούσε να διώξει από πάνω του την ευθύνη των Σκοτεινών Πράξεών του, ο Διάβολος με το Κηροπήγιο, που παραμόνευε, του έφερε να μας διαβάσει το Εγχειρίδιο Ευθανασίας. Αλίμονο! Μικρό Βιβλίο για Μεγάλα Όνειρα. Η Μάχη στην Άκρη της Νύχτας μαινόταν κι εμείς περιμέναμε μες στην Αγρύπνια όλοι με τα μάτια κολλημένα στα μόνιτορ τον Άνθρωπο με το Ταμπούρλο. Η Συνέχεια; Κι εκείνο το βράδυ αλλά και το επόμενο, ενώ αγρίως Φυσούσε στα Σταυροδρόμια του Κόσμου, δεν φάνηκε ο Πρίγκιπας, δε φάνηκε ο νέος Μπολιβάρ που θα έπαιρνε στα χέρια του τα ηνία για να αποφύγουμε τον Δύσκολο Θάνατο. Εποχή Ισχνών Αγελάδων, θα πείτε! Είναι να μη σε πιάνει Το Αιώνιο Παράπονο; Κανείς δεν υπέγραφε τα Χειρόγραφα του Φθινοπώρου, ενώ οι Χειρονομίες από Το Νεκρό Σπίτι της Ανυπόταχτης Πολιτείας δεν ήταν τίποτα άλλο από απλό Αποχαιρετισμό. Κανείς δεν δεχόταν να περάσει την πατρίδα από το Έρεβος στη Χειμερινή Διαύγεια.
Κι οι υπόλοιποι εμείς, οι Ελεύθεροι Πολιορκημένοι; Τι κάνουμε εμείς; Εμείς που έχουμε Συνείδηση της Γης μας, εμείς που Ερήμην μας γινόμαστε περίγελως στις Γειτονιές του Κόσμου, εμείς που μας διατάσσουν «Μη Ομιλείτε εις τον Οδηγόν αυτή τη στιγμή, περνά σκληρή Δοκιμασία» και δεν καταλαβαίνουν ότι ο Πόνος του Ανθρώπου και των Πραμάτων γίνεται καμιά φορά τόσο οξύς που δεν έχει φρένο: ορμά με τα Τρακτέρ κι όποιονα πάρει ο Χάρος. Άλλωστε γνωρίζουμε πια όλοι εμείς ότι στρεφόμαστε και πολεμάμε Κατά Σαδδουκαίων, όπως γνωρίζουμε ότι Όταν Έρχεται ο Ξένος από τα Δυτικά της Λύπης, όταν θα φτάσει ο Νυχτερινός Επισκέπτης, θα χρησιμοποιήσει τα Μαχαίρια της Κίρκης πάνω μας. Και δε θα νιώσει ούτε μία ούτε Έξη και μία Τύψεις για τον Ουρανό, τον ελληνικό ουρανό με τον Ήλιο τον Ηλιάτορα. Θα τα μακελέψει όλα.
Χαίρε Ποτέ, καημένη πικρή Ρωμιοσύνη. Εμείς Μεταφερθήκαμε Παραπλεύρως, αφού ζήσαμε μόνο Ενός Λεπτού Μαζί, μιλώντας πάντοτε Εκ του Πλησίον. Τώρα κατοικούμε μακριά, στην Οδό Λαιστρυγόνων, In Perpetuum περιμένοντας Την Επιστροφή των Πουλιών. Τώρα κατοικούμε στην Οδό Λαιστρυγόνων, παίζουμε Βιολί για Μονόχειρα και τα χτυπάμε απελπισμένα τα Κλειδοκύμβαλα της Σιωπής. Τώρα κατοικούμε στην Οδό Λαιστρυγόνων κι όποιος μας βρει, ας πάρει αυτός Τα Εύρετρα.  

Wednesday, November 09, 2011

O Petros, o Jochann ki o Franz

Τόσες μέρες διαβουλεύσεις. Τόσες μέρες διαπραγματεύσεις (παρεμπιπτόντως: διαπραγματεύσεις έχουμε μετά από πολεμικές συγκρούσεις. Αλλά και στην ελληνική πολιτική σκηνή φαίνεται ότι οι συζητήσεις καταλήγουν σε διαπραγματεύσεις). Τόσες μέρες λοιπόν γύρω από ένα τραπέζι για να βρουν τι; Ένα όνομα. Ένα απλό ελληνικό ονοματάκι. Παπαδήμος, Παπαδημούλης, Πετσάλνικος, Σκουλής και Σκουντρής, Μπαρδάκος και Μπρετάκος. Ένα απλό όνομα. Λες και πρόκειται για πρωθυπουργό! Για ένα πουκάμισο αδειανό πρόκειται. Για ένα φτηνό, λινό πουκαμισάκι. Λινό, βαμβακερό ή ποπλίνα.

Πόσο λυπάμαι που είμαι Έλλην! Πόσο μπροστά θα πήγαινε η Ελλάδα αν δεν είχε τους Έλληνες! Αυτή τη φάρα των κατσικοκλεφτών, των κουτοπόνηρων, των ληστών, των παγαπόντηδων.

Και επιτέλους! Να πω μιαν αλήθεια ακόμη. Και αυτή την αλήθεια -είναι αλήθεια- ντρέπομαι λιγάκι να την πω. Και που τη νιώθω ακόμη, ντρέπομαι. Αλλά φαίνεται πως είναι η αρχή της κατηφόρας που με έχει πιάσει βλέποντας και ακούγοντας τους Έλληνες πολιτικούς μας. Καλύτερα, λοιπόν, να έρθουν να μας διοικήσουν ΞΕΝΟΙ. Γερμανοί, Γάλλοι, Ισπανοί, Αμερικάνοι… αδιάφορο. Χίλιες φορές καλύτερα αυτοί παρά οι διάφοροι αδιάφοροι και επικίνδυνοι Σαμαραπαπαντρεοτσιπρακαρατζαφεροπαπαρήγες. Χίλιες φορές καλύτερα θα τα καταφέρουν οι Χέλμουτ, οι Φριτς, οι Ζαν-Πιέρ κι οι Χόρχες. Τουλάχιστον θα λειτουργούν οι συγκοινωνίες μας και οι επιστολές μας θα πηγαίνουν στον προορισμό τους. Αυτά τα απλά.

Κι η εθνική μας περηφάνια; Να την βράσω την εθνική μας περηφάνια. Άλλωστε αυτήν μας την κατάργησαν, μας την έλιωσαν, μας την ποδοπάτησαν οι άλλοι. Οι δικοί μας. Ας είναι. Ας έρθουν, λοιπόν, οι Σμιθ κι ο Πέτρος κι ο Γιόχαν μαζί. Αυτοί οι παρεξηγημένοι, οι βάρβαροι. Που τους μισώ.

Μπορεί να μην κάνουν καλό, αλλά –είμαι πια σίγουρος και ντρέπομαι που το γράφω δημόσια αυτό- δε θα μας κάνουν κακό.