Φέτος σκέφτηκα να πρωτοτυπήσω. Τι στο καλό! Διακοπές στην Ελλάδα δεν μπορεί να κάνουν μόνο η Δ.Ε.Η., η Ε.Υ.Δ.Α.Π., η κυβέρνηση και σύμπασα η αντιπολίτευση. Ας κάνουν και μια φορά οι Έλληνες. Άλλωστε, το σύνθημα ηχεί ακόμη έντονα στ’ αυτιά μου: “Η Ελλάδα στους Έλληνες”. Έτσι, αποφάσισα να διακόψω για λίγο τον κανονικό ρυθμό της ζωής μου και μαζί με τους άλλους Ευρωπαίους εταίρους να χαρώ κι εγώ κάποιο από τα αμέτρητα όμορφα ακρογιάλια του τόπου μας. Ποιο, όμως; Αφού αποκλείστηκαν εναλλάξ για διάφορους λόγους η Κύθνος, τα Κουφονήσια, οι Λειψοί, η Μακρόνησος, η Ελούντα και το Γαϊδουρονήσι, κατέληξα στη Ζάκυνθο. Αυτό είναι: η μητέρα των δυο εθνικών μας ποιητών. Ευκαιρία να προσκυνήσω τους τάφους των, κρατώντας υπό μάλης τις είκοσι Ωδές του πρωτόκλητου Ανδρέα του Ζακυνθίου, κι ευκαιρία να απολαύσω τις ακρογιαλιές αλλά και το ευγενικό περιβάλλον της νήσου. “Ωραία και μόνη η Ζάκυνθος με κυριεύει”.
Γρήγορα βρέθηκα σε μια απόμακρη παραλία με την ομπρέλα στην πλάτη, την τσάντα με τα βιβλία και τα λοιπά σύνεργα της θάλασσας. Προχωρώντας αμέριμνος για να βρω τον κατάλληλο τόπο να στήσω την ομπρέλα μου και χαζεύοντας τους τουρίστες γύρω μου -ίσως αποτελούσα το μοναδικό εκπρόσωπο της Ελλάδος στη γύρω περιοχή- δέχτηκα απρόσμενα την επίθεση ενός πανύψηλου τσουρουφλισμένου ξανθού. Στην αρχή με φωνές και χειρονομίες, αργότερα με τα χέρια προσπάθησε να με κάνει να αλλάξω πορεία, να γυρίσω πίσω, δεν ξέρω κι εγώ τι. Από τη σκέψη μου πέρασαν αστραπιαία όλοι οι αγώνες της φυλής ενάντια στους βάρβαρους εισβολείς, από Μαραθώνα και Σαλαμίνα μέχρι έπος του ’40, αλλά ο σύγχρονος γίγαντας απέναντί μου δε με άφηνε να βάλω σε εφαρμογή αυτές τις πατριωτικές μου ορέξεις.
Αφού ηρεμήσαμε λιγάκι, με πήρε από το χέρι -ο γίγας- και με οδήγησε με φιλικό τρόπο, που δε σήκωνε, όμως, αντίρρηση, στη δική του ομπρέλα. Και εκεί, σε άπταιστα γερμανικά, ο πανάθλιος, μου εξήγησε την αιτία της αφιλόξενης συμπεριφοράς του. Μου έδειξε τους λάκκους στην άμμο, το συγκεκριμένο λάκκο που παραλίγο θα έπεφτα μέσα, βάθους όχι περισσότερο από 40 πόντους. Μου εξήγησε, ο Γερμαναράς, ότι εκεί υπάρχουν τα αβγά της γνωστής χελώνας Caretta-Caretta,, ότι το περασμένο βράδυ η χελωνίτσα αυτή έκανε το δρομολόγιό της -τα ίχνη της πορείας της στην άμμο από τη θάλασσα προς το λάκκο κι από κει πάλι προς τη θάλασσα φαίνονταν ολοκάθαρα-, μου εξήγησε ότι από τα τριάντα περίπου αβγά θα ξεπροβάλει μετά από 25 ημέρες ένα το πολύ χελωνάκι που θα πάρει το δρόμο προς τη θάλασσα για να αρχίσει τα μεγάλα ταξίδια του στη Μεσόγειο. Τα βράδια, συνέχισε απτόητος ο άγριος, θα πρέπει να απομακρυνόμαστε διακριτικά και να τις αφήνουμε να γεννούν τα αβγά τους με ηρεμία και γαλήνη, όπως κάθε ζώο, του ανθρώπου συμπεριλαμβανομένου, επιθυμεί να ζει αυτές τις μοναδικές στιγμές του. Αν κάπως οι χελώνες ενοχληθούν, φεύγουν, γεννούν στη θάλασσα και χάνονται κι αυτές και τα αβγά τους. Στην ηλίθια ερώτησή μου τι τις θέλουμε τις Caretta-Caretta, το μπρουτάλι με κοίταξε επιτιμητικά και κάτι γρύλισε στη γλώσσα του, που δεν ήταν φαίνεται και τόσο κολακευτικό για μένα. Υποσχέθηκα στον εαυτό μου να πηγαίνω στο εξής με τα νερά του για να μην έχουμε άλλες τέτοιες διαχύσεις στο μέλλον. Όλα αυτά βέβαια τα είχα ακούσει. Θυμήθηκα ακόμα ότι, μερικά χρόνια πριν, φοιτητές από τη Θεσσαλονίκη είχαν μείνει όλη την εποχή του γεννοβολήματος και της επώασης, και παρακολουθούσαν, κατέγραφαν, προστάτευαν και απομάκρυναν τους επικίνδυνους. Δυστυχώς, τα μεγάλα συμφέροντα και η τουριστικοποίηση του “νησίου” έδιωξαν φοιτητές και δασκάλους κι έφεραν τις λέιζερ-ντίσκο, τα μπαρ και τις ενοικιαζόμενες ομπρέλες στις παραλίες. Όλα αυτά τα θυμήθηκα. Αλλά ο βόρειος με πήγε μια προσεκτική βόλτα στην αμμουδιά και μου έδειξε επί τόπου τα πράγματα. Και ευγενικά, αυτή τη φορά, μου θύμισε ότι και το Ευρωκοινοβούλιο χρηματοδοτώντας και σχετικό πρόγραμμα είχε ασχοληθεί με τη διάσωση της συμπαθέστατης Caretta-Caretta. Όλα αυτά τα ήξερα, αλλά...
Το θέμα έληξε, με το Γερμανό γίναμε φίλοι. Η σύζυγός του μάλιστα αποδείχτηκε περισσότερο ειδική σε αυτά τα θέματα. Αφού με ζάλισε με όλες τις λεπτομέρειες των αναπαραγωγικών συνηθειών της Caretta-Caretta, μου μίλησε και για τον Μονάχους-Μονάχους, τη φώκια που ζει στις βόρειες ακτές του νησιού, στα Κυανά Σπήλαια, αλλά και στη Σκύρο και στην Αλόννησο. Μου μίλησε και για την πάπια, την Ansa-ansa, που ζει στους ελληνικούς υδροβιότοπους. Έτσι, όταν μου δόθηκε και μένα η ευκαιρία αργότερα να τους ρωτήσω από ποια πόλη της Γερμανίας κατάγονταν, η απάντησή τους ήταν ευνόητη, σχεδόν τη γνώριζα πριν καν την ακούσω: από το Baden-Baden, φυσικά.
Γρήγορα βρέθηκα σε μια απόμακρη παραλία με την ομπρέλα στην πλάτη, την τσάντα με τα βιβλία και τα λοιπά σύνεργα της θάλασσας. Προχωρώντας αμέριμνος για να βρω τον κατάλληλο τόπο να στήσω την ομπρέλα μου και χαζεύοντας τους τουρίστες γύρω μου -ίσως αποτελούσα το μοναδικό εκπρόσωπο της Ελλάδος στη γύρω περιοχή- δέχτηκα απρόσμενα την επίθεση ενός πανύψηλου τσουρουφλισμένου ξανθού. Στην αρχή με φωνές και χειρονομίες, αργότερα με τα χέρια προσπάθησε να με κάνει να αλλάξω πορεία, να γυρίσω πίσω, δεν ξέρω κι εγώ τι. Από τη σκέψη μου πέρασαν αστραπιαία όλοι οι αγώνες της φυλής ενάντια στους βάρβαρους εισβολείς, από Μαραθώνα και Σαλαμίνα μέχρι έπος του ’40, αλλά ο σύγχρονος γίγαντας απέναντί μου δε με άφηνε να βάλω σε εφαρμογή αυτές τις πατριωτικές μου ορέξεις.
Αφού ηρεμήσαμε λιγάκι, με πήρε από το χέρι -ο γίγας- και με οδήγησε με φιλικό τρόπο, που δε σήκωνε, όμως, αντίρρηση, στη δική του ομπρέλα. Και εκεί, σε άπταιστα γερμανικά, ο πανάθλιος, μου εξήγησε την αιτία της αφιλόξενης συμπεριφοράς του. Μου έδειξε τους λάκκους στην άμμο, το συγκεκριμένο λάκκο που παραλίγο θα έπεφτα μέσα, βάθους όχι περισσότερο από 40 πόντους. Μου εξήγησε, ο Γερμαναράς, ότι εκεί υπάρχουν τα αβγά της γνωστής χελώνας Caretta-Caretta,, ότι το περασμένο βράδυ η χελωνίτσα αυτή έκανε το δρομολόγιό της -τα ίχνη της πορείας της στην άμμο από τη θάλασσα προς το λάκκο κι από κει πάλι προς τη θάλασσα φαίνονταν ολοκάθαρα-, μου εξήγησε ότι από τα τριάντα περίπου αβγά θα ξεπροβάλει μετά από 25 ημέρες ένα το πολύ χελωνάκι που θα πάρει το δρόμο προς τη θάλασσα για να αρχίσει τα μεγάλα ταξίδια του στη Μεσόγειο. Τα βράδια, συνέχισε απτόητος ο άγριος, θα πρέπει να απομακρυνόμαστε διακριτικά και να τις αφήνουμε να γεννούν τα αβγά τους με ηρεμία και γαλήνη, όπως κάθε ζώο, του ανθρώπου συμπεριλαμβανομένου, επιθυμεί να ζει αυτές τις μοναδικές στιγμές του. Αν κάπως οι χελώνες ενοχληθούν, φεύγουν, γεννούν στη θάλασσα και χάνονται κι αυτές και τα αβγά τους. Στην ηλίθια ερώτησή μου τι τις θέλουμε τις Caretta-Caretta, το μπρουτάλι με κοίταξε επιτιμητικά και κάτι γρύλισε στη γλώσσα του, που δεν ήταν φαίνεται και τόσο κολακευτικό για μένα. Υποσχέθηκα στον εαυτό μου να πηγαίνω στο εξής με τα νερά του για να μην έχουμε άλλες τέτοιες διαχύσεις στο μέλλον. Όλα αυτά βέβαια τα είχα ακούσει. Θυμήθηκα ακόμα ότι, μερικά χρόνια πριν, φοιτητές από τη Θεσσαλονίκη είχαν μείνει όλη την εποχή του γεννοβολήματος και της επώασης, και παρακολουθούσαν, κατέγραφαν, προστάτευαν και απομάκρυναν τους επικίνδυνους. Δυστυχώς, τα μεγάλα συμφέροντα και η τουριστικοποίηση του “νησίου” έδιωξαν φοιτητές και δασκάλους κι έφεραν τις λέιζερ-ντίσκο, τα μπαρ και τις ενοικιαζόμενες ομπρέλες στις παραλίες. Όλα αυτά τα θυμήθηκα. Αλλά ο βόρειος με πήγε μια προσεκτική βόλτα στην αμμουδιά και μου έδειξε επί τόπου τα πράγματα. Και ευγενικά, αυτή τη φορά, μου θύμισε ότι και το Ευρωκοινοβούλιο χρηματοδοτώντας και σχετικό πρόγραμμα είχε ασχοληθεί με τη διάσωση της συμπαθέστατης Caretta-Caretta. Όλα αυτά τα ήξερα, αλλά...
Το θέμα έληξε, με το Γερμανό γίναμε φίλοι. Η σύζυγός του μάλιστα αποδείχτηκε περισσότερο ειδική σε αυτά τα θέματα. Αφού με ζάλισε με όλες τις λεπτομέρειες των αναπαραγωγικών συνηθειών της Caretta-Caretta, μου μίλησε και για τον Μονάχους-Μονάχους, τη φώκια που ζει στις βόρειες ακτές του νησιού, στα Κυανά Σπήλαια, αλλά και στη Σκύρο και στην Αλόννησο. Μου μίλησε και για την πάπια, την Ansa-ansa, που ζει στους ελληνικούς υδροβιότοπους. Έτσι, όταν μου δόθηκε και μένα η ευκαιρία αργότερα να τους ρωτήσω από ποια πόλη της Γερμανίας κατάγονταν, η απάντησή τους ήταν ευνόητη, σχεδόν τη γνώριζα πριν καν την ακούσω: από το Baden-Baden, φυσικά.
14 comments:
Έλα, ωραίο...και δροσερό και δηκτικό και "θερινή προβολή", παρακαλώ, όπως ζήτησα. Καλή σου μέρα! :)))))
Καλωσόρισες Λεφτέρη,
χαίρομαι πάντα οταν σε διαβάζω.
Εισαι τόσο άμεσος.
Τους χαιρετισμούς μου και στην παρούσα μας :))))))))))))))))))))
Θα συμφωνήσω απολύτως περί αμεσότητας.
(Πέρυσι στην Αρβανιτιά είχε ξεβραστεί μια τεράστια θαλάσσια χελώνα νεκρή... Ωχ, τα αφήνω τα θανατερά, δεν τα μπορώ...)
Καλώς σας βρίσκω (και ιστολογικώς).
Σταυρούλα, το κείμενο είναι για σένα, μια και ζήτησες κάτι το δροσερόν.
Παρούσα, χαίρομαι που σε βρίσκω πάλι, λυπούμαι που δε βρεθήκαμε και διά ζώσης. Το λάθος δικό μου.
Το καλόν αργεί...
Οποία τιμή! Ευχαριστώ :)))
(Ούτε να το 'ξερες ότι θέλεω πολύ να πάω στην Αλόννησο να δω αυτές τις μοναχικές φωκίτσες...Μια φορά παραλίγο να πάω)
"θέλω" ήθελα να γράψω (αμάνα αυτό το ε)
Σταυρούλα,
εεεεε Είναι πολύ κοντά από τη Βόρ. Εύβοια η Αλόνησος. Του χρόνου που θα είσαι στη Β.Εύβοια, θα πεταχτούμε και μια βόλτα σε Σκιάθο, Αλόνησο κ.τ.τ. Εεεεε
Ναιιιιιιιιιιιι! (Να είμαστε καλά πρώτα)
συγχύστηκα έχω κάνει λάθος και στο "διορθωτικό σχόλιο", αμάν αυτό το α! αμάν!
Καλησπέρα Λεφτέρη!
Σαν φύγουν οι ζέστες να μαζευτούμε και πάλι στη "γειτονιά" που μείναμε πέντ' έξι.
Θα τα λέμε!
Kαλώς ήρθες λοιπόν.... Να πω καλό χεμώνα; Καλύτερα όχι... δεν προοιωνίζεται δα και ο καλύτερος...
Έφτιαξα blog πέρασε αν θέλεις...
Θοδωρή,
Ναι, έχεις δίκιο, να μαζευόμαστε. Να κάνει έξω κρύο κι εμείς, στη θαλπωρή της οθόνης, να γράφουμε ποιήματα, σκέψεις και σχόλια. Δεν είναι άσκημο. Να ανάβουμε μικρές πυρκαγιές και να καίμε τις αποστάσεις.
meril
Ασφαλώς και δε λέμε καλό χειμώνα. Περνώ αμέσως.
Καλό, καλό! :-)
shall i say something irrelevant ?
Post a Comment